Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του...

26

Upload: others

Post on 07-Aug-2020

3 views

Category:

Documents


0 download

TRANSCRIPT

Page 1: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια
Page 2: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια
Page 3: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια

Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.

Page 4: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια

9

Περιεχόμενα

Πρόλογος . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 11

1ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Πώς άρχισαν όλα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 15

2ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Ο κόσμος καταρρέει . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 44

3ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Ακόμα κι αν όλοι συμπράξουν . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 82

4ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Δεν θέλω δράματα! . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 115

5ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Αποχαιρετισμοί . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 158

6ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Ξένοι κόσμοι . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 190

7ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Φίλοι και εχθροί . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 222

8ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Για τη ζωή του στρατιώτη και τον θάνατο . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 252

Page 5: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια

10

9ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Η απόδραση . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 290

10ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Σε λίγο στο σπίτι . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 326

11ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 368

Ανασκόπηση και λίγες προβλέψεις

Επίλογος . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 396

Page 6: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια

11

Πρόλογος

Συνήθως αρχίζεις να γράφεις για τις αναμνήσεις σου όταν συνειδητο­

ποιείς ότι έχεις ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής σου και σε γενικές

γραμμές είχαν θετική έκβαση αυτά που σχεδίασες . Άθελά σου κάνεις

μια ανασκόπηση της διαδρομής σου: τρομάζεις βλέποντας πόσα γεγο­

νότα έχουν βυθιστεί στο σκοτάδι, ή απλώς εξαφανίστηκαν στο παρελ­

θόν σαν νεκρή χρονική μάζα . Θέλεις να καταγράψεις ή, καθώς ήδη

περνούν στη λήθη, να διασώσεις στη μνήμη τα πιο σημαντικά .

Ταυτόχρονα συναντάς τις δυσκολίες που προκαλεί η αναπόληση

του παρελθόντος . Τι είχε πει ο πατέρας μου όταν η μητέρα μου τον

κατηγόρησε για τη συχνά απαισιόδοξη ψυχική του διάθεση, όταν

προσπάθησε να τον πείσει να δείξει μια κάποια υποχωρητικότητα

απέναντι στους κρατούντες; Πώς λεγόταν ο καθηγητής των Γερμανικών

στο Γυμνάσιο Λάιμπνιτς, ο οποίος είχε εκφράσει ενώπιον της τάξης

τη λύπη του που θα έφευγα; Τι ύφος είχαν οι παρατηρήσεις του γιατρού

Μάγερ καθώς με συνόδευε ως την πόρτα στην τελευταία μου επίσκε­

ψη – δυσοίωνο ή απλώς απελπισμένα ειρωνικό; Αναμνήσεις, λέξεις,

ονόματα: όλα είχαν χαθεί ή έτειναν να βυθιστούν στη λήθη . Μόνο

ορισμένα πρόσωπα ήταν ακόμα παρόντα, πρόσωπα που τα συνδύαζες

–εφόσον αφιέρωνες τον απαραίτητο χρόνο για να ρωτήσεις τον έναν

ή τον άλλον– με ένα σχόλιο, μια εικόνα, μια κατάσταση . Άλλα πράγ­

ματα, ωστόσο, βγήκαν στην επιφάνεια μέσα από τις οικογενειακές

εξιστορήσεις . Μερικές φορές όμως έχανες τον μίτο . Αυτό είχε να

κάνει και με το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της μετοίκησης της οικο­

Page 7: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια

12

γένειας από το Κάρλσχορστ εξαφανίστηκαν ενθύμια, σημειώσεις και

επιστολές . Το ίδιο συνέβη και με τις οικογενειακές φωτογραφίες· όσες

υπάρχουν στο παρόν βιβλίο μάς επεστράφησαν κατά κύριο λόγο μετά

τον πόλεμο από φίλους που τις ζήτησαν κάποια στιγμή και οι οποίοι

κατάφεραν να διασώσουν τις περιουσίες τους μέσα στον κυκεώνα των

γεγονότων της εποχής .

Για τις παλαιότερες αναμνήσεις δεν θα ήμουν σε θέση να γράψω

αν στις αρχές της δεκαετίας του ’50 η ραδιοφωνία δεν μου είχε ανα­

θέσει το έργο της καταγραφής της νεότερης γερμανικής Ιστορίας . Τις

ιδιαίτερα ελλιπείς, εκείνη την εποχή, ιστορικές μου γνώσεις, που τις

είχα αποκτήσει αποκλειστικά και μόνο μέσα από βιβλία, τις συμπλή­

ρωνα, όποτε αυτό ήταν δυνατόν, με συζητήσεις που είχα με ανθρώπους

που έζησαν τα γεγονότα, μεταξύ αυτών και οι Γιόχαν Μπαπτίστ

Γκραντλ, Χάινριχ Κρόνε και Ερνστ Νίκις . Συχνότερα, ασφαλώς, αλλά

και πιο επίμονα, ζητούσα τα φώτα του πατέρα μου, ο οποίος, πολιτικά

ενεργός καθώς ήταν, δεν είχε βιώσει τις μάχες και τα δεινά της εποχής

ως απλός παρατηρητής . Φυσικό ήταν οι συζητήσεις αυτές να καταλή­

γουν στη σφαίρα του προσωπικού, φέρνοντας στην επιφάνεια οικο­

γενειακά βάσανα τα οποία ναι μεν είχα βιώσει αλλά ελάχιστα αντιλη­

φθεί .

Κατά κανόνα σημείωνα τα λεγόμενα του πατέρα μου επιγραμματι­

κά, και αυτό μου δημιούργησε αρκετές δυσκολίες . Διότι, στις περι­

πτώσεις που ύστερα από σχεδόν πενήντα χρόνια δεν ήμουν πια σε

θέση να ανακαλέσω στη μνήμη μου τα γεγονότα που έχρηζαν σχολια­

σμού, παρέμενε αναγκαστικά μόνο το περίγραμμά τους και συχνά

έπρεπε να παραλειφθούν . Πολλές από τις απόψεις του πατέρα μου

δεν συμφωνούσαν με τις γνώσεις που στο μεταξύ είχα αποκτήσει .

Ωστόσο, αντί να επέμβω, τις μετέφερα με την αρχική τους εκδοχή,

γιατί μου είχαν φανεί σημαντικές ως απόψεις ενός αυτόπτη μάρτυρα

των γεγονότων, κι ας συνοδεύονταν από ορισμένες μυωπικές, ανα­

Page 8: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια

Πρόλογος | 13

πόφευκτα, προσεγγίσεις: σε ορισμένες περιπτώσεις οι θέσεις αυτές

δεν αντικατοπτρίζουν τη σκοπιά από την οποία βλέπουμε σήμερα τη

στιγμή εκείνη της Ιστορίας, αλλά τις αντιλήψεις, τις έγνοιες και τις

χαμένες ελπίδες ενός ανθρώπου που βίωσε τα γεγονότα της εποχής .

Για λόγους καλύτερης αναγνωσιμότητας πήρα επιπλέον την ελευ­

θερία να αποδώσω με ευθύ λόγο ορισμένες από τις σύντομες σημειώ­

σεις που είχα καταγράψει στα χαρτιά μου . Για έναν ιστορικό μια τέτοια

ενέργεια θα ήταν αυστηρά απαγορευμένη . Ωστόσο θαρρώ ότι είναι

επιτρεπτή σε κάποιον που γράφει για τις αναμνήσεις του . Περιττό να

πω εδώ ότι η διεύρυνση των διαλόγων δεν μένει πιστή μόνο στο

περιεχόμενο, αλλά ανά περίπτωση και στο ύφος των λεγομένων . Όπου

μεμονωμένα σχόλια βρίσκονται εντός εισαγωγικών, αποδίδονται, όσο

μου το επιτρέπει η μνήμη μου, κατά λέξη .

Οι παρατηρήσεις μου, όπως συμβαίνει πάντα στην περίπτωση

βιογραφικών σημειώσεων, επ’ ουδενί δεν εγείρουν την αξίωση αδιαμ­

φισβήτητης ισχύος . Τα όσα εκφράζω για τους φίλους των γονιών μου,

για τους δασκάλους και τους ανωτέρους μου αντανακλούν αποκλει­

στικά τη δική μου θεώρηση των πραγμάτων . Παρουσιάζω τους Χάουσ­

ντορφ και τον Βίτενμπρινκ, τους Γκανς, τους Κίφερ ή τους Ντόνερ

όπως εγώ τους έχω στη θύμησή μου . Αυτό ενδέχεται να μην αποδίδει

με ακρίβεια κάθε τους χαρακτηριστικό, ίσως μάλιστα και να το απο­

δίδει στρεβλά . Ωστόσο αυτό δεν οφείλεται σε κάποια προκατάληψη

εκ μέρους μου .

Με τα χρόνια για τα οποία γίνεται λόγος στις επόμενες σελίδες

ασχολήθηκα αναλυτικά σε πολλές ιστορικές αναφορές . Ως εκ τούτου

στο παρόν βιβλίο μπόρεσα να αποφύγω σε μεγάλο βαθμό συλλογι­

σμούς που είναι το αποτέλεσμα αφηρημένων αναζητήσεων: αφήνεται

στη διακριτική ευχέρεια του αναγνώστη να τους ανιχνεύσει . Σε κάθε

περίπτωση δεν έγραψα την ιστορία της χιτλερικής εποχής, έγραψα

απλώς για το αντικαθρέφτισμά της σε ένα οικογενειακό περιβάλλον .

Page 9: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια

14

Συνεπώς, κυρίαρχο στοιχείο είναι το βίωμα, συχνά δευτερεύον, καμιά

φορά απλώς ανεκδοτολογικού χαρακτήρα, το οποίο και αποτελεί ανα­

πόσπαστο μέρος της ζωής . Όταν στις αρχές της δεκαετίας του ’40,

έφηβος ακόμη, περιέγραψα στους γονείς μου τους μορφασμούς ενός

νευρασθενικού φίλου, ο πατέρας μου με συμβούλεψε: «Μην τον κοι­

τάς τόσο επίμονα!» . Του απάντησα ότι ούτε μπορούσα αλλά ούτε και

ήθελα να κλείσω τα μάτια . Αυτό δεν ήταν και τόσο δύσκολο, ούτε

λειτούργησε ως εμπόδιο στη ζωή μου, δεδομένου του υποστηρικτικού

περιβάλλοντος στο οποίο μεγάλωσα . Μάλιστα για το βιβλίο αποδεί­

χτηκε έως και αναγκαίο . Πολύ μεγαλύτερος ήταν ο πειρασμός να

απωθήσω τα ατοπήματα των νεανικών χρόνων ή να τα δω μέσα από

ένα εξιδανικευμένο φως .

Για την υλοποίηση της συγγραφής του βιβλίου οφείλω να εκφρά­

σω κάποιες ευχαριστίες στους πολλούς ανθρώπους που μου έδωσαν

χρήσιμες πληροφορίες . Από έναν μακροσκελή κατάλογο ονομάτων

θα ήθελα να αναφέρω ενδεικτικά την κυρία Ούρσελ Χάνσμαν, την

Ίρμγκαρντ Σαντμάιρ και τον φίλο Κρίστιαν Χερεντέρφερ· τους συγκρα­

τούμενους Βόλφγκανγκ Μίνκελ και Κλάους Γιούργκεν Μάισε, ο οποίος

κατάφερε, αρκετό καιρό πριν από μένα, να αποδράσει από το στρα­

τόπεδο αιχμαλώτων . Ιδιαίτερες ευχαριστίες οφείλω και στην επιμε­

λήτρια Μπάρμπαρα Χοφμάιστερ για τις πολυάριθμες και σημαντικές

υποδείξεις . Τέλος, θα ήθελα να αναφέρω τους πολλούς φίλους από

την εποχή της νεότητας, οι οποίοι με βοήθησαν στην ακολουθία των

γεγονότων με ημερομηνίες και με ονόματα .

Κρόνμπεργκ, Μάιος 2006

Ο συγγραφέας

Page 10: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια

15

1Πώς άρχισαν όλα

Έχω αναθέσει ένα καθήκον στον εαυτό μου, που λέγεται μνήμη . Το

μεγαλύτερο μέρος των βιωμάτων και των εμπειριών της ζωής έχουν

παραδοθεί στη λήθη, όπως συμβαίνει στον καθένα . Διότι η μνήμη

βρίσκεται αδιάλειπτα στη διαδικασία να επιλέγει και να απομακρύνει

πράγματα τοποθετώντας άλλα στη θέση τους, ή επικαλύπτοντάς τα με

νέες αντιλήψεις . Η διαδικασία αυτή δεν έχει τέλος· κοιτώντας πίσω

μου τη μεγάλη διαδρομή που έχω διανύσει, αντιμετωπίζω μια θάλασ­

σα από εικόνες, όλες συγκεχυμένες και τυχαίες . Τη στιγμή που συμ­

βαίνει κάτι δεν σκεφτόμαστε τίποτα, και μόνο μετά από χρόνια κατά­

φερα να ανακαλύψω και καμιά φορά να διαβάσω τα κρυμμένα υδα­

τογραφήματα στα έγγραφα της ζωής .

Όμως και τότε ακόμα οι εικόνες, ιδιαίτερα των πρώτων χρόνων,

ωθούνται στο προσκήνιο: το σπίτι με την άγρια βλάστηση, η οποία

αργότερα, προς μεγάλη μας λύπη, έπεσε θύμα της περί τάξεως αντί­

ληψης των γονιών μου· τα καβούρια που πιάναμε στο Χάβελ· η

αγαπημένη γκουβερνάντα Φραντσίσκα, που μια μέρα αναγκάστηκε

να επιστρέψει στην πατρίδα της, το Λάουζιτς· τα φορτηγά με τις φα­

νταχτερές σημαίες, που έτρεχαν σαν σίφουνες, γεμάτα με στρατιώτες

που χαλούσαν τον κόσμο με τις φωνές και τα τραγούδια τους· οι

εκδρομές στο Σαν Σουσί ή στο Γκράνζεε, όπου ο πατέρας μου άρχι­

ζε να μας λέει μια ιστορία για μια βασίλισσα της Πρωσίας, μέχρι που

πια τη βαρεθήκαμε . Αλησμόνητα όλα . Κι εμάς τους μεγαλύτερους

μας έπαιρναν εναλλάξ μια Κυριακή κάθε καλοκαίρι μαζί τους στον

Page 11: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια

16

ιππόδρομο, όταν έπαιζε η ορχήστρα και οι δίτροχες άμαξες των

ευγενών έστεκαν μπροστά στο «αυτοκρατορικό περίπτερο» . Ο ιππό­

δρομος αυτός ήταν η εξελιγμένη μορφή του παλαιού, απόμερου ιπ­

ποδρόμου έξω από το Τρέσκοβ –που τον είχε επεκτείνει, όπως και

συνολικά το Κάρλσχορστ, ο παππούς μου–, ο οποίος αργότερα απέ­

κτησε τη φήμη του μεγαλύτερου ιπποδρόμου στη χώρα με κούρσες

μετ’ εμποδίων . Λες και ήταν χθες βλέπω να παρελαύνουν μπροστά

μου τα μεγαλόσωμα άλογα με τους μικρόσωμους αναβάτες, που φο­

ρούσαν μεταξωτές, πολύχρωμες στολές, καθώς και τους κυρίους που

βημάτιζαν μεγαλοπρεπώς με τις ανοιχτόγκριζες ρεντιγκότες τους, τα

παπιγιόν στον λαιμό και τα πουκάμισα με τους κολλαριστούς φρα­

μπαλάδες . Οι κυρίες, τουναντίον, δεν μετακινούνταν, παρατηρούσαν

η μία την άλλη παραμονεύοντας στη σκιά των μεγάλων πλατύγυρων

καπέλων τους μήπως και εντόπιζαν κάποια αντίζηλο για να τη στο­

λίσουν με κάποιο κακεντρεχές σχόλιο .

Ήταν ξένος, αριστοκρατικός αυτός ο κόσμος που είχε φέρει ο παπ­

πούς μου στο Κάρλσχορστ . Ο παππούς αντλούσε την καταγωγή του

από την ευυπόληπτη οικογένεια των Στρέτερ, εμπόρων υφασμάτων

από το Άαχεν, που ήταν γνωστή σε όλη την επαρχία του Κάτω Ρήνου

και ήταν τόσο εύπορη που κάθε δύο χρόνια ήταν σε θέση να νοικιάζει

τρένο προκειμένου να μεταβεί για προσκύνημα στη Ρώμη, όπου ο

Πάπας τής παρείχε ιδιωτική ακρόαση . Οι περιστάσεις είχαν φέρει τον

παππού μου πολύ νωρίς σε επαφή με την υψηλή αριστοκρατία . Λίγο

μετά τα είκοσί του χρόνια ήταν ήδη «ταξιδιωτικός συνοδός» του δού­

κα του Ζάγκαν και λίγο αργότερα είχε εγκατασταθεί στο Ντοναουέσιν­

γκεν με την ιδιότητα του «επιθεωρητή του άρχοντα Φίρστενμπεργκ» .

Τα χρόνια της νεότητάς του τα πέρασε κυρίως στις έδρες των αριστο­

κρατών της Γαλλίας· στο ανάκτορο Βαλενσέ, άλλοτε ιδιοκτησία του

Ταλεϋράνδου, είχε γνωρίσει τη γιαγιά μου, που καταγόταν από οικο­

γένεια του Ντοναουέσινγκεν και ήταν Κυρία της Αυλής των Φίρστεν­

Page 12: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια

Πώς άρχ ισαν όλα | 17

μπεργκ . Ήταν μεγάλος έρωτας, που κράτησε ως τα βαθιά γεράματα,

όπως εκείνος του Φιλήμονα και της Βαυκίδας,* ώσπου ήρθε ο πόλεμος

και τα τίναξε όλα στον αέρα . Για πολύ καιρό στην οικογένεια συνέχι­

σαν να μιλάνε ως επί το πλείστον γαλλικά, και γαλλική ήταν και η

κουζίνα του σπιτιού, με κρεμμυδόσουπα, πατέ πάπιας και κρέμα κα­

ραμελέ . Στη βιβλιοθήκη του παππού, σε δερματόδετες εκδόσεις που

σου προκαλούσαν δέος, μπορούσες να βρεις τους περισσότερους

κλασικούς συγγραφείς της γειτονικής χώρας . Κάποιες φορές τον είχα

ακούσει να απαγγέλλει Ρακίνα καθώς βημάτιζε μπροστά από το γρα­

φείο του, ωστόσο οι αγαπημένοι του συγγραφείς ήταν ο Μπαλζάκ και

ο Φλωμπέρ .

Στο Βερολίνο ο παππούς βρέθηκε το 1890, την εποχή που το αν­

δρόγυνο Χάιντσε είχε διαπράξει την πολύκροτη δολοφονία με θύμα

έναν εύπορο ιδιοκτήτη ακινήτων· μια άλλη εκδοχή, ωστόσο, ήθελε

το θύμα να είναι μια δεσποινίδα από την Innere Mission, ένα φιλαν­

θρωπικό ίδρυμα της Ευαγγελικής Εκκλησίας, ή, σύμφωνα με μαρτυ­

ρίες που μοιάζουν πιο εύλογες, μια ιερόδουλη . Καθώς οι Χάιντσε, την

εγκληματική πράξη των οποίων ο παππούς μου και πολλοί άλλοι

συνέκριναν τότε συχνά με τους φόνους του Τζακ του Αντεροβγάλτη,

δήλωσαν στη δίκη που ακολούθησε ότι είχαν διαπράξει τον φόνο

προπάντων για να επιστήσουν την προσοχή στην κραυγαλέα έλλειψη

κατοικιών στο Βερολίνο, διάφορες πλούσιες οικογένειες αποφάσισαν

να συνεισφέρουν στην ίδρυση φιλανθρωπικών εταιρειών ανέγερσης

οικισμών . Η μεγαλύτερη εξ αυτών συγκροτήθηκε κατόπιν παρότρυν­

σης του υπουργού Οικονομικών δόκτορα Ότο Χέντικ και τελούσε υπό

* Φιλήμων και Βαυκίς: Σύμφωνα με τον μύθο, ευσεβές ζεύγος γερόντων από τη

Φρυγία, οι οποίοι περιποιήθηκαν τους μεταμφιεσμένους σε οδοιπόρους Δία και Ερμή

και ήταν οι μόνοι που γλίτωσαν την οργή των θεών για την ασέβεια των ανθρώπων .

Κατά την επιθυμία τους πέθαναν μαζί, ο Φιλήμων μεταμορφώθηκε σε δρυ και η σύζυ­

γός του σε φιλύρα .

Page 13: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια

18

την αιγίδα του πρίγκιπα Καρλ Έγκον φον Φίρστενμπεργκ . Στην εται­

ρεία αυτή συμμετείχαν οι Τρέσκοβ, που από το 1816 έδρευαν στο

κοντινό Φριντριχσφέλντε, καθώς και ο Αύγουστος του Ντένχοφ, οι

Λέντορφ και άλλες εξίσου ευυπόληπτες οικογένειες . Την εποχή της

ίδρυσης, μέλος της εταιρείας ήταν και ο γνωστός αρχιτέκτονας Όσκαρ

Γκρεγκορόβιους, λίγο αργότερα και ο διάσημος σχεδιαστής και αρχι­

τέκτονας Πέτερ Μπέρενς .

Ο παππούς μου ουδέποτε πίστεψε τα όσα οι Χάιντσε επικαλέστηκαν

περί δυστυχίας στις εξαθλιωμένες περιοχές, ή περί τρόμου στις εσω­

τερικές αυλές του Βέντινγκ . Θεωρούσε ότι το κίνητρο της φιλανθρω­

πίας ήταν ένα ψέμα, μιας και η ζωή τού είχε διδάξει ότι οι Ρομπέν των

Δασών αυτού του κόσμου ήταν αποκλειστικά αποκυήματα της λογο­

τεχνίας, σχεδόν ποτέ της πραγματικότητας . Κατά συνέπεια κατέβαλε

προσπάθειες να μάθει τα πάντα για τον Γκότχιλφ Χάιντσε, τον οποίο

συχνά προσφωνούσε «Γκότχιλφ ο Αντεροβγάλτης», μάλιστα έκανε

έρευνες για τυχόν ύπαρξη υποκινητών, μυστικών ενώσεων ή εκείνης

της αδίστακτης, μάλλον κοκκινομάλλας καλλονής για την οποία γινό­

ταν λόγος σε ορισμένες αμφιβόλου εγκυρότητας πηγές: τον «άγγελο

από τον υπόνομο», όπως μια φορά, χρόνια αργότερα, την αποκάλεσε

σε μια συνομιλία μας . Ποτέ δεν κατάλαβα ακριβώς εάν η ιερόδουλη

αυτή ήταν θύμα ή συνεργός των δολοφόνων . Ο παππούς μού είπε ότι

πίστευε στην εκδοχή της συνεργού και μούγκρισε: «Χαρακτηριστικό!

Τη σύζυγο την εμπλέκει στη δολοφονία, η ερωμένη παραμένει στο

παρασκήνιο και κρατάει ζεστό το κρεβάτι» .

Τον Μάιο του 1895 ο αρμόδιος διοικητής της επαρχίας υπέγραψε

τη λεγόμενη Κοινή Συναίνεση Ανέγερσης Οικισμού για το έκτασης

600 .000 τετραγωνικών μέτρων προάστιο Κάρλσχορστ, και αμέσως

μετά ξεκίνησε ένας αγώνας δρόμου για την ανεύρεση όσο το δυνατόν

μεγαλύτερων αγροτεμαχίων . Η φιλανθρωπική οργάνωση του πρίγκι­

πα του Φίρστενμπεργκ αποδείχτηκε υπέρτερη όλων των ανταγωνιστών

Page 14: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια

Πώς άρχ ισαν όλα | 19

και διόρισε διευθυντή τον παππού μου, που τότε ήταν είκοσι επτά

ετών . Το καθήκον του παππού, σε συνεργασία με τον Όσκαρ Γκρε­

γκορόβιους και τις Αρχές, έγκειτο στο να μετατρέψει την έκταση που

είχε αποκτήσει η εταιρεία σε προάστιο, να χαράξει τους δρόμους, να

τεμαχίσει τα οικόπεδα και να τα πουλήσει σε προσιτές τιμές . Με κάθε

επιπλέον αγορά, στον οικισμό ερχόταν να προστεθεί και μια νέα συ­

νοικία: Υπήρχαν οι αριστοκρατικοί δρόμοι, η Συνοικία του Ρήνου, η

Γειτονιά των Θρύλων αλλά και η γειτονιά Βάγκνερ, κι έτσι, βήμα

βήμα, το προάστιο επεκτεινόταν .

Ο παππούς μου αποδείχτηκε εξαιρετικά ικανός στο καθήκον που

του είχε ανατεθεί, ωστόσο κατάλαβε νωρίς ότι, πέρα από τις ειδυλ­

λιακές συνθήκες διαμονής που χαρακτήριζαν το Κάρλσχορστ μέχρι

τα νεανικά μου χρόνια, ο οικισμός θα έπρεπε να διαθέτει και ορισμέ­

να σημεία αναφοράς . Έτσι ήρθαν να προστεθούν ένα νοσοκομείο, μια

προτεσταντική και μια καθολική εκκλησία, καθώς και ένα μικρό πάρ­

κο με λίμνη, πάνω από μια άλλοτε ελώδη έκταση, το οποίο σύντομα

άρχισε να προσελκύει περιπατητές από πολύ μακριά . Ο ιππόδρομος

του Τρέσκοβ αναβαθμίστηκε επίσης με μεγάλη φροντίδα, ώστε να

καταστεί κέντρο κοινωνικών γεγονότων . Σε μεταγενέστερη χρονική

στιγμή, και ουσιαστικά μετά την εποχή του παππού μου, το Κάρλσχορστ

απέκτησε και στρατιωτική σχολή . Στο τέλος το «θλιβερό χωριουδάκι»,

όπως του άρεσε να το λέει, ή ο «έρημος αμμότοπος», όπως χαρακτη­

ριζόταν σε ένα υπηρεσιακό έγγραφο, που κατά την άφιξή του αποτε­

λούνταν από οκτώ σπίτια ή, μάλλον, κτήματα, με τους εκεί εγκατεστη­

μένους να μην υπερβαίνουν τους εκατό, έφτασε να μετράει πολύ πα­

ραπάνω από 30 .000 κατοίκους .

Τα χρόνια κατά τα οποία άρχισα να αποκτώ μια πιο συνειδητή

εικόνα για εκείνον, ο παππούς ήταν ένας κλειστός, δεσποτικά αυστη­

ρός άντρας, που με μια κοφτή παρατήρηση επανέφερε την τάξη στις

ζωηρές συζητήσεις που καμιά φορά δυναμίτιζαν τις πολυμελείς οικο­

Page 15: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια

20

γενειακές συναθροίσεις . Στον δρόμο συνήθως τον έβλεπες με ρεντι­

γκότα, μπαστούνι και ρεπούμπλικα . Το παρουσιαστικό του είχε εκεί­

νη την παλιομοδίτικη αύρα που τόσο πεισματικά του άρεσε να επιδει­

κνύει . Σε αντίθεση με τα τρία μικρότερα αδέρφια μου, που τον απέ­

φευγαν όσο μπορούσαν, ο μεγαλύτερος αδερφός μου ο Βόλφγκανγκ

κι εγώ επιζητούσαμε τη συζήτηση μαζί του, όσο ολιγόλογη και αν ήταν

τις περισσότερες φορές . Και τούτο γιατί άκουγε προσεκτικά και ήξερε

πάντα να κάνει τις ερωτήσεις εκείνες που πήγαιναν την κουβέντα

παρακάτω . Μία από τις αδερφές μου του καταλόγιζε αργότερα ότι είχε

μια υπερβολικά λυπημένη έκφραση και ένα «στόμα με απαίσια κρε­

μαστές άκρες» . Όμως μέχρι και η σιωπή του, όπως φρονούσαμε ο

Βόλφγκανγκ κι εγώ, είχε βαρύτητα . Το μαντίλι του ήταν πάντοτε ρα­

ντισμένο με κάνα δυο σταγόνες κολόνια . Οι περαστικοί τον χαιρετού­

σαν με σεβασμό και του έβγαζαν το καπέλο με μια βαθιά υπόκλιση

που έφτανε ως το γόνατο σχεδόν, πράγμα που συχνά μας έκανε να

βάζουμε τα γέλια . Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία θυμούνταν ακόμη ότι το

Κάρλσχορστ ήταν εν μέρει δικό του έργο .

Χαρακτηριστικό γνώρισμα της γυναίκας στο πλευρό του, της γιαγιάς

μου, ήταν η ευαίσθητη αφοσίωση και η ικανότητά της να μιλάει στα

εγγόνια της με διαφορετικό τρόπο, ανάλογα με την προσωπικότητα

καθενός . Η ζωή της δεν ήταν πάντα εύκολη και, παρότι οι έγνοιες

είχαν σημαδέψει την έκφρασή της, ουδέποτε φανέρωνε δυσαρέσκεια·

αντιθέτως ήταν εύθυμη και είχε πρακτικό πνεύμα . Της έδινε χαρά να

φαίνεται χρήσιμη, αυτό την αποζημίωνε για όλα τα βάρη, όπως συχνά

την άκουγα να λέει . Από τον γάμο γεννήθηκαν πέντε κόρες· γιο δεν

είχαν, πράγμα που προκαλούσε και στους δύο έναν πόνο τον οποίο

ουδέποτε κατάφεραν να ξεπεράσουν . Δύο από τις κόρες είχαν ενταχθεί

σε ένα εκκλησιαστικό τάγμα, η μία για να εργαστεί σε μια ιεραποστο­

λή στην Αφρική, ενώ η άλλη, που της δόθηκε το όμορφο όνομα αδελ­

φή Αλκαντάρα, στάλθηκε από τους ανωτέρους της σε μια μονή στο

Page 16: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια

Πώς άρχ ισαν όλα | 21

Μεράν . Η Αλκαντάρα ήταν μεγαλόσωμη, μια μορφή που απέπνεε

κύρος ηγουμένης, ωστόσο έδειχνε ταυτόχρονα και παράξενα εύθραυ­

στη . «Είχε το χτικιό», και σε εκείνες τις «κρύες, ανήλιαγες κάμαρες του

μοναστηριού» –όπως παραπονιόταν πού και πού η μητέρα μου– προ­

σβλήθηκε, ούτε τριάντα χρονών, από πνευμονία και πέθανε σύντομα .

Το 1917, στη διάρκεια του πολέμου, η μικρότερη κόρη αρρώστη­

σε στα δεκατέσσερά της από διφθερίτιδα, η οποία την οδήγησε σε

φρικτή αναπηρία και απόλυτη σωματική ακινησία . Ο παππούς και η

γιαγιά ξόδεψαν μια ολόκληρη περιουσία σε επιφανείς επιστήμονες,

μέχρι και κομπογιαννίτες επισκέφθηκαν για τη θεραπεία της κόρης

τους, χωρίς να καταφέρουν να τη βοηθήσουν . Όλη την ημέρα η «θεία

Άγκνες» ήταν σωριασμένη στην πολυθρόνα στην τραπεζαρία και, κα­

θώς δεν μπορούσε να κουνήσει το κεφάλι, όποτε έμπαινε κάποιος στο

δωμάτιο, κοιτούσε ασάλευτη προς την πόρτα με βλέμμα απλανές και

άδειο . Τα βράδια ο παππούς μου έπρεπε να τη μεταφέρει στο υπνο­

δωμάτιό της, και μια φορά που τους είδα κατάλαβα ότι αυτό ήταν

μεγάλη ταπείνωση για τον περήφανο αυτόν άντρα . Όποτε έκανες στη

θεία Άγκνες έστω και μία νύξη για την ασθένειά της, εκείνη απαντού­

σε απλώς: «Σε παρακαλώ! Τα καταφέρνω και μόνη μου!» .

Από τις κόρες του παππού μου η πιο κομψή ήταν η Δωροθέα, που

τη φωνάζαμε «θεία Ντόλι» . Ήταν πολύ εντυπωσιακή, με λεπτή κορμο­

στασιά, και είχε ανατραφεί, όπως και η μητέρα μου, σε ένα οικοτροφείο

στη Σιλεσία* για θυγατέρες της υψηλής κοινωνίας . Η γκαρνταρόμπα

της μαρτυρούσε μια τόσο μεγάλη προτίμηση στην πλούσια χρωματική

παλέτα, που βρισκόταν στα όρια σχεδόν του καλού γούστου . Συνήθως

* Περιοχή στη νότια Πολωνία, αλλά και ιστορική περιοχή του γερμανικού έθνους .

Μια σκηνοθετημένη από τους ναζί επίθεση σε ραδιοφωνικό σταθμό της περιοχής (31­

8­1939) στάθηκε η αφορμή για την εισβολή της Γερμανίας στην Πολωνία και τυπικά

για την έναρξη του Β́ Παγκοσμίου Πολέμου . Από την παλαιά Σιλεσία ανήκει σήμερα

στη Γερμανία μόνο η περιφέρεια του Γκέρλιτς .

Page 17: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια

22

Η Έμα Στρέτερ, η γιαγιά, φωτογραφημένη όταν ζούσε στο Βαλενσέ.

Page 18: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια

Πώς άρχ ισαν όλα | 23

εμφανιζόταν με καπέλα, που ήταν η τελευταία λέξη της μόδας, και

στους ώμους είχε ριγμένη μια γούνα από αλεπού, τα επισμαλτωμένα

νύχια της οποίας λαμπύριζαν στο φως του ήλιου . Στον λαιμό φορού­

σε εντυπωσιακά χρυσαφένια κοσμήματα, συμμετείχε με άνεση σε συ­

ζητήσεις επιπέδου και συχνά μας προέτρεπε να μη μιλάμε «βερολινέ­

ζικα» . Ο πατέρας μου έλεγε ότι στο οικοτροφείο της πολίχνης του

Λίμπενταλ είχε αποκτήσει κοσμοπολίτικο αέρα, ενώ για τη μητέρα

μου ισχυριζόταν ότι είχε έρθει από εκεί εφοδιασμένη με ποιητικό

πνεύμα και σύνεση .

Πράγματι, η μητέρα μου, που λεγόταν Ελίζαμπετ αλλά όλοι στην

οικογένεια τη φώναζαν Τέτα, λογιζόταν ως η αυστηρή ανάμεσα στις

αδερφές της . Σε αντίθεση, ωστόσο, με το όλο παρουσιαστικό της, που

φανέρωνε αυτοπεποίθηση και υπερηφάνεια, είχε και μια καλοσυνάτη

πλευρά, και στις συναναστροφές της απέπνεε μια ζεστασιά που σε

κέρδιζε . Το πόσο πολυεπίπεδος ήταν ο χαρακτήρας της φαινόταν και

από το γεγονός ότι αγαπούσε κάθε είδος «απαλής μουσικής», και αντί­

στοιχες ήταν και οι προτιμήσεις της στην ποίηση . Τη μάγευαν κατά

κανόνα ο Άιχεντορφ και ο Μαίρικε, επίσης ο Χάινριχ Χάινε, μόνο

που κατά την απαγγελία των ποιημάτων του παρέλειπε τους δύο τε­

λευταίους στίχους: «Δεν παραδέχεται τα συναισθήματά του» έλεγε

«ντρέπεται γι’ αυτά . Όταν θα μεγαλώσετε και θα αποκτήσετε τα απα­

ραίτητα προσόντα» –πρόσθετε απευθυνόμενη στους δύο αδερφούς

μου και σ’ εμένα– «πρέπει να γράψετε νέο τέλος στα ποιήματα του

Χάινε . Τότε θα μπορέσω επιτέλους να τον αγαπήσω ολοκληρωτικά» .

Στην εν γένει άδικη κρίση του πατέρα μου για την Ντόλι υπήρχε

και κάτι εύστοχο . Η Ντόλι αποζητούσε την προβολή . Η μητέρα μου,

μόλις τα παιδιά της έβγαιναν από το σπίτι και σταματούσε η φασαρία,

πήγαινε και καθόταν στο πιάνο, αυτοσχεδίαζε λιγάκι κι ύστερα άρχι­

ζε να παίζει τα αγαπημένα της κομμάτια: το Für Elise του Μπετόβεν,

διάφορες παραλλαγές του Μότσαρτ και πολλές σπουδές του Τσέρνι .

Page 19: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια

24

Στο τέλος τραγουδούσε με ευχάριστη φωνή κάνα δυο λίντερ του Σού­

μπερτ ή του Σούμαν και κάποια κομμάτια του Καρλ Λέβε που ήταν από

τα πιο αγαπημένα της, όπως το Die Uhr [Η ώρα] . «Γιατί το κάνεις αυτό;»

ρωτούσε η θεία Ντόλι παραξενεμένη . «Ποιος το χαίρεται; Γιατί δεν

διοργανώνεις σπιτικά κονσέρτα με καλεσμένους;» Όμως κάτι τέτοιο

δεν ήταν του γούστου της Τέτα, της μητέρας μου .

Χάρη σε κάποιες διασυνδέσεις των γονιών της, η μητέρα μου είχε

στα νεανικά της χρόνια πολλές προσκλήσεις για χορούς στους αυτο­

κρατορικούς στάβλους και μιλούσε ως τα βαθιά της γεράματα με νο­

σταλγία για τους φρακοφορεμένους καβαλιέρους, τους στολισμένους

με χρωματιστές επωμίδες, που ερωτοτροπούσαν μαζί της ή, όπως το

διατύπωσε μια φορά διορθώνοντας τον εαυτό της, της «έκαναν κόρτε»

ο ένας μετά τον άλλον . Έκανε επίσης λόγο και για τα πολλά παράσημα

στο στήθος και για το πώς κάποιος, στο άκουσμα ενός χυδαίου αστείου

ή προσποιούμενος τον έκπληκτο, άφηνε δήθεν να του πέσει το μονόκλ

από το μάτι . Κι έπειτα οι λοχαγοί οι οποίοι «ήταν λεβέντες, πώς να το

κάνουμε . . . ξέρω ότι όλα αυτά ακούγονται σαν τα ανόητα ονειροπολή­

ματα ενός κοριτσίστικου μυαλού» . Δεν θυμόταν πια εάν το προσωπι­

κό, που έστεκε παντού με υπερβάλλοντα ζήλο και δεν του ξέφευγε

κανένα από τα ερευνητικά βλέμματα, φορούσε σκαρπίνια με αγκράφες .

«Όμως οι υπηρέτες είχαν έναν αμίμητο τρόπο να κοιτάζουν αλλού

όποτε κάποιος από τους καβαλιέρους με βοηθούσε να βγάλω το παλ­

τό . Όμορφα, λαμπερά και επιφανειακά πράγματα, όπως πολλά μπαρόκ

μουσικά κομμάτια» έλεγε ατενίζοντας τώρα το κενό «αλλά πάει, πέρα­

σαν, πέρασαν!» Ωστόσο, πρόσθετε η μητέρα, δεν θρηνούσε για την

απώλεια της εποχής εκείνης· ποιος, άλλωστε, θα έπρεπε να θρηνεί

για ένα παραμύθι που είχε τελειώσει;

Για τη θεία Ντόλι, απεναντίας, στην οποία τόσο πολύ άρεσε να

μιλάει για τα «υψηλά πράγματα», που τα αγαπούσε για τη μοναδικό­

τητά τους, το θέατρο κι ακόμα περισσότερο η μουσική αποκτούσαν

Page 20: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια

Πώς άρχ ισαν όλα | 25

σπουδαιότητα και συναισθηματική αξία μόνο όταν ήταν ενταγμένα σε

ένα κοινωνικό πλαίσιο . Ξανάνιωνε ακούγοντας το ψιθύρισμα στην

πλατεία του θεάτρου, που γέμιζε λίγο λίγο, καθώς και το κούρδισμα

των μουσικών οργάνων, ωστόσο απολάμβανε και το σεργιάνι στους

διαδρόμους, πόσο μάλλον τους κομψούς κυρίους που με μια ελαφρά

κλίση του κορμού τής έριχναν δειλά ή, ορισμένες φορές, και ξεδιά­

ντροπα βλέμματα . Ύστερα επέστρεφε στο σπίτι χαχανίζοντας πότε

πότε σαν κοριτσάκι, παρότι πλησίαζε πια τα τριάντα . Τότε ήταν που

άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι μεταξύ ανδρών και γυναικών υπήρχαν

κρυφές συνωμοσίες, τις οποίες θα ανακάλυπτα αργότερα .

Όλος ο κόσμος αναρωτιόταν γιατί η θεία Ντόλι, με την οποία

ερωτοτροπούσε αδιάκοπα ένας συγκεκριμένος τύπος έμπειρων ή,

όπως άρεσε στη μητέρα μου να λέει, «αξιοθρήνητα ξεπεσμένων» κυ­

ρίων, δεν βρήκε ποτέ άντρα . Μόνο πολύ αργότερα έμαθα την απάντη­

ση: η θεία Ντόλι ήταν εδώ και πολλά χρόνια κυριολεκτικά δέσμια ενός

μεγάλου έρωτα για έναν παντρεμένο αξιωματικό του Ναυτικού από το

Κίελο, που την είχε κάνει να χάσει εντελώς τα λογικά της . Γύρω από

το άτομό του η θεία Ντόλι έπαιζε ένα ατέλειωτο θέατρο . Μόνο οι γονείς

μου γνώριζαν εμμέσως για την ιστορία αυτή, κι αφού μας εμπιστεύ­

τηκαν κάνα δυο πληροφορίες, μας ζήτησαν να μη μας ξεφύγει ποτέ

λέξη γι’ αυτό . Όταν κάποτε η θεία Ντόλι με πήρε μαζί της στο Γκλόρια

Παλάστ, κοντά στον σιδηροδρομικό σταθμό του Κάρλσχορστ, όπου

είδαμε μια αισθηματική ταινία με τραγικό τέλος, στην αρχή σκούπιζε

στα κλεφτά τη μύτη της με το μαντίλι· στη συνέχεια, και καθ’ όλη τη

διάρκεια της προβολής, έκλαιγε σιωπηλά παίρνοντας διαρκώς βαθιές

ανάσες . Στην έξοδο με παρακάλεσε, με βεβιασμένα χαμογελαστό και

ταυτόχρονα αυλακωμένο από τα δάκρυα πρόσωπο, να την αφήσω

μόνη, θα έβρισκα και χωρίς εκείνη τον δρόμο για το σπίτι .

Μια δυο μέρες αργότερα εμφανίστηκε σε ώρα ασυνήθιστη στη

Χέντιχ Στράσε και, αμήχανη, άρχισε να μιλάει με μισόλογα . Όταν

Page 21: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια

26

βγήκα κι εγώ στον διάδρομο, με τράβηξε στο σαλόνι και μου ζήτησε

συγγνώμη για τον «εκτροχιασμό» της . Εγώ αντέκρουσα τα λόγια της,

μα εκείνη αντέτεινε ότι ακόμα και στην ηλικία της όφειλε κανείς να

διατηρεί την ψυχραιμία του και, πράγμα πιο σημαντικό, να έχει καλούς

τρόπους . «Δεν ήταν ευπρεπές που έβαλα τα κλάματα» . Η περήφανη θεία

Ντόλι! σκέφτηκα εγώ . Πίσω από κάθε της λέξη νόμιζα τότε, στα δεκα­

τέσσερά μου, ότι διέκρινα ζήλια για τη μητέρα μου, η οποία περί τα τέλη

του 1919 είχε προσληφθεί ως βοηθός στον τραπεζικό οίκο Μπλαϊ­

χρέντερ και πήγαινε καθημερινά στο κέντρο της πόλης . Εκεί γνώρισε

ανθρώπους και μάζεψε εμπειρίες, μάλιστα ανέβηκε και μια βαθμίδα

στη σταδιοδρομία της .

Η θεία Ντόλι, απεναντίας, είχε θέσει από νωρίς όρια στη φιλοδο­

ξία της και είχε γίνει βιβλιοθηκάριος επειδή είχε υποκύψει στην ερω­

τοτροπία του ολέθριου εκείνου αξιωματικού του Ναυτικού, με τον

οποίο προσδοκούσε ένα κοινό μέλλον . Η Τέτα, από την άλλη μεριά,

ήταν από τη φύση της ελάχιστα εκδηλωτική· δεν είχε την ανάγκη,

συγκρατημένη καθώς ήταν, να εξωτερικευτεί, ούτε συναισθηματικά

ούτε κοινωνικά . Δεν ήταν ντίβα, την άκουσα κάποτε να λέει σε έναν

φίλο του πατέρα μου, ο οποίος την επέκρινε για το ότι φανέρωνε

ελάχιστα τα συναισθήματά της, και για ένα διάστημα η δήλωση αυτή

ήταν κάτι σαν απόφθεγμα: Η μαμά δεν είναι ντίβα! Ούτε δύο χρόνια

μετά την πρόσληψή της στον τραπεζικό οίκο είχε γνωρίσει τον πατέρα

μου και, όπως της άρεσε να λέει, είχε «τσιμπηθεί μαζί του σαν κορι­

τσόπουλο», έπειτα τον είχε «ερωτευτεί λιγάκι», ύστερα τον «ερωτεύτη­

κε τρελά» και λίγο αργότερα τον παντρεύτηκε . Όλα «απολύτως αναμε­

νόμενα», όλα απολύτως «κανονικά», έλεγε πότε πότε η θεία Ντόλι, και

ίσως μάλιστα και κάπως πληκτικά· όμως, κατέληγε, πόσο μεγάλη

ευτυχία υπόσχονταν όλα αυτά σε σύγκριση με τη δική της ζωή .

Σε σχέση με την οικογένεια του πατέρα μου οι συνθήκες ήταν εκ

διαμέτρου αντίθετες και πιο σύνθετες . Έως τη χρονική στιγμή που

Page 22: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια

Πώς άρχ ισαν όλα | 27

είναι ανιχνεύσιμα τα στοιχεία, δηλαδή ως τον 17ο αιώνα, φαίνεται

ότι οι πρόγονοί του κατάγονταν από την εμπορική κωμόπολη Λιμπε­

νάου στο Νόιμαρκ· στα εκκλησιαστικά βιβλία, η τήρηση των οποίων

άρχισε πάλι το 1654, μετά τις καταστροφές του Τριακονταετούς Πο­

λέμου, το όνομά τους αναφέρεται για πρώτη φορά τη δεκαετία του ’70 .

Τα προς το ζην τα κέρδιζαν ως τεχνίτες ή επιτηδευματίες και, σε ένα

παρακλάδι της οικογένειας, ως ιδιοκτήτες ζυθοποιείων . Πολλοί εξ

αυτών είχαν διατελέσει για πολλές γενιές «μέλη συμβουλίων», μέλη

στα διοικητικά όργανα εκκλησιαστικών κοινοτήτων ή «κοινοτάρχες» .

Κι από τα μικρά ονόματα, τα συνηθέστερα στην οικογένεια υποδήλω­

ναν επίσης υψηλά αξιώματα . Σε κάθε γενιά υπήρχε μια Ροζίνα, ενώ

πολλές από τις θηλυκές προγόνους ονομάζονταν Καικιλία ή Ιουστίνα·

ο παππούς μου, σύμφωνα με την παράδοση των εκλατινισμένων μι­

κρών ονομάτων της εποχής του μπαρόκ, έφερε το όνομα Ρομπέρτους

Τιμπούρτιους .

Ο παππούς ήταν ένας άντρας εύθυμος, ξέγνοιαστος, κι «έσερνε

πάντα τον χορό», όπως έλεγαν . Ακόμα νιόπαντρος είχε μετακομίσει,

ωθούμενος από τον μεταναστευτικό πυρετό της εποχής, στην επαρχία

του Πόζεν, κι εκεί σύντομα απέκτησε μεγάλες γεωργικές εκτάσεις . Ήδη

κατά το έτος της άφιξής του, και παρά το ότι ήταν μόλις είκοσι πέντε

χρονών, έγινε δήμαρχος και έχαιρε της εκτίμησης τόσο των Γερμανών

όσο και των Πολωνών . Εντούτοις, η γυναίκα του δεν μπόρεσε να

προσαρμοστεί στις εκεί συνθήκες ζωής, όπου κυριαρχούσε το πολω­

νικό στοιχείο, και ως εκ τούτου η οικογένεια επέστρεψε με τα επτά

παιδιά της στο Λιμπενάου στα 1895 . Εκεί ο παππούς μου απέκτησε

κοντά στο χωριό έναν μύλο δημητριακών .

Πέθανε πριν προλάβουμε να τον γνωρίσουμε έστω και λίγο, στις

αρχές της δεκαετίας του ’30, και για τον λόγο αυτό η ανάμνηση που

έχω από εκείνον παραμένει ένα αξεδιάλυτο μείγμα από εξιστορήσεις

και ενθυμήσεις . Όσες φορές είχε τύχει να τον δούμε περιδιάβαινε σαν

Page 23: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια

28

σκιά τα δωμάτια, σιωπηλός και απόκοσμος στηριγμένος στο μπαστού­

νι του, ενώ συνάμα σχολίαζε τους τσακωμούς μας μ’ ένα «Για λίγο

ήρεμα!» καθώς περνούσε από δίπλα μας . Η μόνη περίπτωση που

μπορούσες να τον παρακινήσεις να πει κάτι ήταν όταν ο πατέρας μου

του ζητούσε να διηγηθεί κατά λέξη ένα από τα παραμύθια των αδελφών

Γκριμ, που τα είχε αποστηθίσει στα παιδικά του χρόνια, ή τα σαββα­

τόβραδα να απαγγείλει εδάφια του Ευαγγελίου από την πρωινή Λει­

τουργία: «Ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις, ἐπειδὴ ἦτο πάμπολυς ὄχλος καὶ δὲν

εἶχον τί νὰ φάγωσι...» . Όταν φτάσαμε στο Λιμπενάου για την κηδεία, ο

παππούς κειτόταν στο φέρετρο στην αυλή του σπιτιού του, ένας υπέρ­

γηρος άντρας συρρικνωμένος απ’ τον θάνατο, που φαινόταν αδύναμος

και ξένος .

Το φέρετρο είχε ανοιχτεί μία ακόμα φορά για τη νεκρώσιμη ακο­

λουθία, και η καταρρακωμένη γιαγιά, που στηριζόταν σε ένα μπα­

στούνι, τακτοποιούσε σε μια ύστατη κίνηση αποχαιρετισμού το ύφα­

σμα, από το οποίο προεξείχαν μύτες και άκρες . Εμείς τα παιδιά το

μόνο που βλέπαμε από τον νεκρό, ο οποίος ήταν βυθισμένος στις

δαντέλες με το στόμα ελαφρώς ανοιχτό, ήταν το επάνω, οστεώδες

μέρος του προσώπου . Αφού ο ιερέας, απευθυνόμενος στην ομήγυρη,

καθάρισε τον λαιμό του με επίσημο ύφος, όπως συνηθίζεται πριν

από την έναρξη τέτοιων τελετουργικών, έψαλε τη νεκρώσιμη ακο­

λουθία και πέρασε μπροστά από όλους τους πενθούντες ραίνοντάς

τους με αγίασμα, ενώ κάτι νεαροί χωρικοί έκλεισαν το φέρετρο με

μηχανικές κινήσεις και το μετέφεραν από την αυλόπορτα στην άμα­

ξα, που περίμενε στον δρόμο . Σχεδόν πενήντα χρόνια αργότερα ο

Βίνφριντ, ο μικρότερος αδερφός μου, θυμήθηκε ότι πολύ περισσό­

τερο από τη γιαγιά που σιγόκλαιγε ή τους συγγενείς που έψελναν

συγκεντρωμένοι σε ημικύκλιο γύρω από το φέρετρο, αλλά και τα

βουνά από λουλούδια, τον είχε καθηλώσει μια μύγα που πηγαινο­

ερχόταν πάνω στο κέρινο πρόσωπο του νεκρού, μάλιστα πολλές

Page 24: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια

Πώς άρχ ισαν όλα | 29

φορές εξαφανιζόταν μέσα στο ανοιχτό του στόμα . Η σκηνή αυτή έχει

μείνει αξέχαστη και σ’ εμένα .

Ο παππούς ήταν ένας άνθρωπος της λογικής, ένας άντρας που

αποδείχτηκε άξιος στη ζωή, όπως κατ’ επανάληψη μου έλεγαν αρ­

γότερα, ένα πρόσωπο το οποίο έχαιρε μεγάλου σεβασμού μεταξύ

των ομοίων του και από το οποίο οι συνελεύσεις των συμβουλίων

συχνά περίμεναν να ακούσουν την τελευταία λέξη . Στον πατέρα μου

άρεσε πολύ να διηγείται μια ιστορία από τα νεανικά του χρόνια, η

οποία έδινε μια πολύ καλή εικόνα της τραχιάς αίσθησης που είχε ο

παππούς για την πραγματικότητα . Σύμφωνα με αυτή την ιστορία,

πέντε ή έξι από τα συνολικά έντεκα παιδιά κάθονταν με τον παππού

στο τραπέζι της κουζίνας, όταν ένα από τα αδέρφια έθεσε το ερώτη­

μα περί του τι θα έκανε καθένας τους με το τεράστιο χρηματικό ποσό

που προσεχώς θα τους ερχόταν είτε ουρανοκατέβατο είτε χάρη στη

δύναμη των αγγέλων ή από σύμπτωση . «Ο πρώτος λαχνός!» φώνα­

ξε . «Σ’ εμάς θα πέσει! Θα βρέχει χρήματα! Θυμηθείτε τα λόγια μου!»

Ο δωδεκάχρονος Φραντς, μάλιστα, δήλωσε αμέσως στην άναυδη

ομήγυρη τι σκόπευε να κάνει με τα χρήματα: Θα πήγαινε στην πόλη,

στο πανδοχείο του Κουρτ Λίνκε, και πλαισιωμένος από όμορφες

γυναίκες θα παράγγελνε τα καλύτερα κρασιά και λικέρ . Ο μεγαλύτε­

ρος, ο Αύγουστος, ομολόγησε ότι θα αγόραζε για την εύθυμη Μαρία

Τσιτς από το γειτονικό χωριό το ακριβότερο φόρεμα και στη συνέ­

χεια, έτσι ήλπιζε, θα επιχειρούσε να της μιλήσει για πρώτη φορά· η

Καικιλία είπε ότι θα αποκτούσε ένα ραφείο με σύχρονα μηχανήμα­

τα και θα προσλάμβανε τουλάχιστον πέντε ράφτρες . Κι έτσι συνέχι­

ζαν λοιπόν ο ένας μετά τον άλλο, ώσπου τον λόγο πήρε ο μικροκα­

μωμένος Ρόνι, που έδινε διαρκώς την εντύπωση ότι λιμοκτονούσε .

«Κι εγώ» δήλωσε καταπίνοντας πολλές φορές «θα ξοδέψω όλα τα

χρήματα για να αγοράσω ωμά λουκάνικα, εβδομήντα ωμά λουκάνι­

κα ή και εκατό, για όσα φτάσουν τα χρήματα . Όλη μέρα, για έναν

Page 25: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια

30

μήνα, μα τι λέω, για έναν ολόκληρο χρόνο, θα μπουκώνομαι με ωμά

λουκάνικα . Το ένα μετά το άλλο!»

Ήταν σαν να έπεσε σύνθημα . Όλοι πετάχτηκαν επάνω και συμφώ­

νησαν ενθουσιασμένοι: «Ωμά λουκάνικα – ναι!» . Ήταν, λέει, καταπλη­

κτική ιδέα! «Παραμυθένια χώρα για πάντα!» φώναζαν όλοι μαζί . Ώσπου

ο παππούς, που είχε μείνει σιωπηλός όλη εκείνη την ώρα, πήγε απέ­

ναντι στο τζάκι με τα κεραμικά πλακάκια, πήρε το μπαστούνι του από

τη γωνία και με ένα τρομερό χτύπημα πάνω στο τραπέζι έκανε την

οχλοβοή να κοπάσει . Αγνοώντας την κόρη, που ήταν μπροστά, ούρ­

λιαξε στην απερίσκεπτη συμμορία: «Αναθεματισμένα παλιόπαιδα! Θα

τρώγατε ποτέ ψωμί με το λουκάνικο; . . . Το λουκάνικο δεν τρώγεται

χωρίς ψωμί!» .

Page 26: Ο συγγραφέας με τον πατέρα του, αρχές του 1941.media.public.gr/Books-PDF/9789605669751-1135554.pdfληψης των γονιών μου· τα καβούρια

Πώς άρχ ισαν όλα | 31