msu-celc glossary-tests-1-10 layout 1 · 2019-05-17 · 2012 edition practice tests 10 glossary...

16
2012 Edition Practice Tests 10 Glossary

Upload: others

Post on 11-Jul-2020

6 views

Category:

Documents


0 download

TRANSCRIPT

Page 1: MSU-CELC Glossary-Tests-1-10 Layout 1 · 2019-05-17 · 2012 Edition Practice Tests 10 Glossary MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 1

2012 Edition

Practice Tests

10Glossary

MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 1

Page 2: MSU-CELC Glossary-Tests-1-10 Layout 1 · 2019-05-17 · 2012 Edition Practice Tests 10 Glossary MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 1

CHAPTER 1VOCABULARYPage 8

stingy adj τσιγκούνηςshifty adj πονηρός, κατεργάρικοςtrustworthy adj αξιόπιστοςamiable adj φιλικόςstubborn adj πεισματάρης, ξεροκέφαλοςmodest adj σεμνός, μετριόφρωνbossy adj αυταρχικόςfussy adj ιδιότροποςdiligent adj εργατικός, επιμελήςstudious adj μελετηρός, επιμελήςletdown n απογοήτευσηpage 9

assassin n δολοφόνοςviolate v παραβιάζωcompensation n αποζημίωσηhideout n κρησφύγετο, κρυψώναςturn out v προσέρχομαιstick to v υποστηρίζω, εμμένωdonation n δωρεάlieutenant n υπολοχαγόςformer adj πρώην, προηγούμενοςcommanding officer n διοικητήςislander n νησιώτηςalleged adj θεωρούμενοςpostwar adj μεταπολεμικόςterm v αποκαλώ, ονομάζω

TEST 1Writing - page 10

widely adv ευρέωςprospect n προοπτικήexposure n δημοσιότητα, δημόσια προβολήshort-time adj μικρής διάρκειαςsoft drug n μη εθιστικό ναρκωτικόlegalize v νομιμοποιώ

Listening - page 11

management n διαχείρισηcable TV n καλωδιακή τηλεόρασηattitude n στάση, διάθεσηconfidence n εμπιστοσύνηimply v υπονοώ, υπαινίσσομαιhurry n βιασύνηturn in v παραδίδωpage 12

pay attention exp προσέχω, δίνωπροσοχήguarantee n εγγύησηcounselor n σύμβουλοςscholarship n υποτροφίαpage 13

jam v φρακάρωspark n σπίθαunpredictable adj απρόβλεπτοςexperienced adj έμπειροςavalanche n χιονοστιβάδαinstantly adv αμέσως

Grammar - page 15

announcement n ανακοίνωσηdelay n καθυστέρησηcontract n συμβόλαιοreach v επιτυγχάνω, ‘φτάνω’agreement n συμφωνίαclimber n ορειβάτης, αναρριχητής

exhausted adj εξουθενωμένοςmess n αχούρι, ακαταστασίαno wonder exp είναι φυσικό!page 16

pay n μισθός, απολαβέςwatersports n θαλάσσια σπορremind v υπενθυμίζωhold v διεξάγωrally n συλλαλητήριο protest n διαμαρτυρίαdecent adj ικανοποιητικόςfine v επιβάλλω ποινή προστίμουtraffic warden n δημοτικός τροχονόμοςpage 17

make up v επινοώmake for v ξεκινώ γιαmake off v δραπετεύωmake out v κατανοώ, καταλαβαίνωtake off v απογειώνομαιsharp adv ακριβώς (για ώρα)driving license n άδεια οδήγησηςcrack of dawn exp χαραυγήaccustomed adj συνηθισμένοςlend v δανείζωrecognize v αναγνωρίζωprovided conj υπό την προϋπόθεσηalthough conj αν καιmatch v ταιριάζωaffair n υπόθεσηborrow v δανείζομαιassignment n εργασίαcrowded adj γεμάτος κόσμοposition n ‘θέση’, κατάσταση

Reading - page 20

graduate n πτυχιούχος, απόφοιτος, διπλω-ματούχοςundergraduate n τελειόφοιτοςwork experience n προϋπηρεσίαstand a chance exp μου προσφέρεται ευ-καιρία / πιθανότηταland v πετυχαίνω, βρίσκωsurvey n έρευνα, μελέτηput together v συγκεντρώνω, μαζεύωconfident adj βέβαιος, σίγουροςrecruit n ‘νεοσύλλεκτος’, νέος εργαζόμενοςcompulsory adj υποχρεωτικόςattract v προσελκύω, ‘τραβώ’overall adv γενικά, στο σύνολοopt v προτιμώ, διαλέγω, επιλέγωput off v αναβάλλωpostgraduate n μεταπτυχιακόςfare v ‘τα πηγαίνω’fit into v προσαρμόζομαι, ταιριάζωreference n σύσταση, συστατική επιστολήrelevant adj σχετικός, συναφήςcasual adj περιστασιακός, τυχαίοςtake on v προσλαμβάνωdrive n κίνητροsort out v ρυθμίζω, κανονίζωpotential n δυνατότηταgain v αποκτώ, κερδίζωstand out v ξεχωρίζω, εξέχωaccountancy n λογιστικήpay dividends v αποδίδω ‘καρπούς’sector n τομέαςinformed adj ‘ενημερωμένος’, τεκμηριω-μένοςfair n έκθεση, ‘ενημέρωση’apply v υποβάλλω αίτησηindustrious adj εργατικόςrecruit v προσλαμβάνω

bank on v στηρίζω ελπίδες, ‘ποντάρω’page 21

avoid v αποφεύγωdelay v καθυστερώaid v βοηθώ, συνδράμωstraight adv αμέσως, κατευθείανvaluable adj πολύτιμοςreward n ανταμοιβήattend v παρίσταμαι, παρευρίσκομαιhasty adj βιαστικός, εσπευσμένοςknowledgeable adj ενημερωμένος, πληρο-φορημένος benefit v ωφελώpage 22

community n κοινότηταselect adj εκλεκτός, επίλεκτοςtry out v δοκιμάζω στην πράξηconsumer-friendly adj φιλικός προς τονκαταναλωτήcomputing device n συσκευή πληροφορικήςbillboard n υπαίθριος πίνακας ανακοινώ-σεωνvirtual adj εικονικόςambient adj περιβάλλων desktop n επιφάνεια οθόνης ηλεκτρονικούυπολογιστήcome about v προκύπτω, συμβαίνωelectronics n ηλεκτρονική (επιστήμη)coordinating adj συντονιστικόςresearch project n ερευνητικό έργοbackground n υπόβαθρο, καταγωγήinteractive adj διαδραστικόςset up v τοποθετώ, στήνωdrop in v ‘περνώ’, κάνω σύντομη επίσκεψηcollective adj κοινός, ομαδικός, συλλογικόςfocus n επίκεντρο, κεντρικό σημείο (θέμα-τος κτλ.)extended adj παρατεταμένος, εκτεταμένοςbit n μικρό κομμάτιnotice board n πίνακας ανακοινώσεωνgrocery store n παντοπωλείο, μπακάλικοemploy v χρησιμοποιώpoint to v δείχνω, επισημαίνωtoken n δείκτης (Η/Υ)download v ‘κατεβάζω’ (αρχείο κτλ. στονυπολογιστή)expansion n επέκταση, διόγκωσηresearcher n ερευνητήςhit upon v βρίσκω τυχαίαdigital adj ψηφιακόςblackboard n σχολικός πίνακαςwork out v επιλύω, κατανοώ, βρίσκωtake up v παίρνω, δέχομαιpartial adj μερικός, τμηματικόςfunding n χρηματοδότησηtake off v ‘απογειώνομαι’, σπεύδωpage 23

exceptional adj εξαιρετικόςaim v στοχεύω, σκοπεύωbring together v συγκεντρώνω, φέρνω σεεπαφήavailable adj διαθέσιμοςcomplicated adj περίπλοκοςorder n παραγγελίαrecord n καταχώρηση, ‘φάκελος’internet-connected adj συνδεδεμένος στοίντερνετaccess n πρόσβασηtrain v εκπαιδεύωnotice v προσέχω, παρατηρώ, αντιλαμβά-νομαιcontribute to v συντελώ σε, συμβάλλω σε

2

MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 2

Page 3: MSU-CELC Glossary-Tests-1-10 Layout 1 · 2019-05-17 · 2012 Edition Practice Tests 10 Glossary MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 1

passage n απόσπασμα, χωρίοfacility n εγκατάσταση, μονάδαpage 24

editor n εκδότης, συντάκτηςassociation n συνειρμόςstraight away adv αμέσως, κατευθείανfall asleep v αποκοιμιέμαιrecognise v αναγνωρίζωconstantly adv διαρκώς, συνεχώςsort n είδος, ‘τύπος’long v λαχταρώ, θέλωintroduce v μυώ, παρουσιάζωsoak it in v ‘πέφτω με τα μούτρα’, τοαπολαμβάνωfail v απογοητεύωfill up v γεμίζωtake off v βγάζωkeen adj ενθουσιώδης, ‘παθιασμένος’out of season εκτός τουριστικής περιόδουbusyness n έντονη δραστηριότηταchatter v φλυαρώmulti-coloured adj πολύχρωμοςgo through v διαπερνώdislike v αντιπαθώsight n ‘θέα’, εικόναpatiently adv υπομονετικάcautious adj προσεκτικός, επιφυλακτικόςdisappointed adj απογοητευμένοςcelebrate v γιορτάζωmove around v περιφέρομαιpage 25

take place v συμβαίνω, λαμβάνω χώραflock v συγκεντρώνομαι, συναθροίζομαιcheer v επευφημώ, γιορτάζωfloat n αποκριάτικο άρμαscantily adv ανεπαρκώςstruck adj εντυπωσιασμένοςwhistle n σφυρίχτραliterally adv κυριολεκτικά, στην κυριολεξίαdraw into v παρασύρωhospitality n φιλοξενίαtownspeople n κάτοικοι πόληςreinforce v ενισχύω, δυναμώνωpresence n παρουσίαextravagance n πολυτέλεια, χλιδήrange n ποικιλία, γκάμαfocus upon v συγκεντρώνωlead up to v καταλήγωtown hall n δημαρχείοoutweigh v υπερτερώ, ξεπερνώ σε σπου-δαιότηταlogistical adj διοικητικός, σχετικός με τηδιοίκησηfinancial adj (χρηματο)οικονομικόςpush into v σπρώχνω προςrush around v τρέχω εδώ κι εκείgather in v συγκεντρώνομαι, συναθροί-ζομαιlocal n ντόπιος (κάτοικος)hire v προσλαμβάνωprice v υπολογίζω την τιμή, αποτιμώprofitable adj επικερδής, συμφέρων

CHAPTER 2VOCABULARYpage 28

turn up v εμφανίζομαιturn out v εξελίσσομαιturn down v απορρίπτωturn to v στρέφομαι προς, καταφεύγω

turn away v διώχνωheadmaster n διευθυντής σχολείουturn against v στρέφομαι εναντίονpage 29

quit v παραιτούμαιevacuate v εκκενώνωabdicate v παραιτούμαι (από θρόνο,αξίωμα κτλ.)surrender v παραδίδομαιcourt-martial v δικάζω σε πρωτοδικείοdesert v εγκαταλείπωyield v υποκύπτωresign v παραιτούμαιindulgent adj επιεικήςpanic-stricken adj πανικοβλημένοςgive up v τα παρατάω, εγκαταλείπω (προ-σπάθεια κτλ.)

TEST 2Writing - page 30

pace n ρυθμός προόδουfacilitate v διευκολύνωdevastating adj ολέθριοςdeath penalty n θανατική ποινή

Listening - page 31

full adj χορτάτοςevaluation n αξιολόγησηpage 32

hesitate v διστάζωapprove v εγκρίνωunderground adv υπόγειαprincipal n διευθυντής σχολείουsave v αποταμιεύωwage n μισθόςsummarize v συνοψίζωpage 33

keen adj ενθουσιώδης, παθιασμένοςstreet people n νεαροί άστεγοιcolleague n συνάδελφοςpay off v ξεπληρώνωloan n δάνειοhourly adj ωριαίος, που σημειώνεται ανάώραhire v ενοικιάζωon line adj συνδεδεμένος (στο ίντερνετ)switch on v ‘ανάβω’, θέτω σε λειτουργίαcell phone n κινητό τηλέφωνοdisability n αναπηρίαhereditary adj κληρονομικόςdisorder n δυσλειτουργίαstalker n ‘κυνηγός’, αυτός που παραμονεύειcybercop n αστυνομικός της δίωξης ηλε-κτρονικού εγκλήματοςdirty adj άσεμνος, αισχρός

Grammar - page 35

overcast adj συννεφιασμένοςpride oneself on exp καμαρώνω γιαroom n ‘περιθώριο’starve v πεινάω, λιμοκτονώpage 36

fond of adj που αγαπάstand v ανέχομαι, υποφέρωpersistent adj επίμονοςrecover v ανακάμπτω, συνέρχομαιstroke n εγκεφαλικό επεισόδιοsorry adj οικτρός, ‘άσχημος’fool around v χαζολογώupstairs adv πάνω, στον επάνω όροφο

page 37

ground v απαγορεύω έξοδο, περιορίζωotherwise adv διαφορετικά, αλλιώςin one’s shoes exp στη ‘θέση’ κάποιουpost n θέση εργασίαςwell-done adj καλοψημένοςrare adj μισοψημένος, σενιάνedgy adj ανήσυχος, νευρικόςactually adv στην πραγματικότηταfail v αδυνατώ, δεν τα καταφέρνω

Reading ‐ page 38

excel v διαπρέπω, αριστεύωswear word n βρισιά, βλαστήμιαswear v βρίζω, βλαστημώtreble v τριπλασιάζομαιinsult v προσβολή, βρισιάmimic v μιμούμαιhostile adj εχθρικόςwind up v ενοχλώinnuendo n υπονοούμενο, υπαινιγμόςdecline n παρακμή, ξεπεσμόςdeterioration n φθορά, εξαχρείωσηmean adj ευτελής, ποταπόςinhabit v κατοικώcomprehensive adj εκτενής, περιεκτικόςhead teacher n διευθυντής σχολείουclean up v ‘καθαρίζω’ με αφαίρεσηflick n ελαφρό χτύπημα, πάτημαdisciplinary adj πειθαρχικόςverbal adj φραστικός, λεκτικόςabuse n κακοποίηση, κακομεταχείρισηaccount v εξηγώ, λογοδοτώexpulsion n αποβολήrarity n σπάνιο φαινόμενοrise n αύξηση ποσότηταςreflect v αντιπροσωπεύω, ‘εκφράζω’suggestive adj υποδηλωτικός, υπαινικτικόςbreak up v ‘διαλύω’page 39

shameful adj αισχρός, επαίσχυντοςoccurrence n περιστατικός, συμβάνdisrespectful adj αυθάδης, θρασύςgrown up n ενήλικαςpage 40

common cold n κοινό κρυολόγημαacute adj οξύς, έντονοςinflammation n φλεγμονήupper adj ανώτερος, άνωrespiratory adj αναπνευστικόςtract n ‘οδός’ailment n ασθένεια, αρρώστιαafflict v ταλαιπωρώ, βασανίζωmankind n ανθρωπότηταsusceptibility n ευπάθεια, ευαισθησίαcontagious adj μεταδοτικός, μολυσματι-κόςcongregate v συναθροίζομαι, συγκεντρώ-νομαιtransmission n μετάδοσηinfection n λοιμώδες νόσημαextensive adj περιεκτικός, διεξοδικόςcommunicable adj μεταδοτικός, κολλητικόςspread n εξάπλωση, διάδοσηdroplet n σταγονίδιοdischarge n έκκριση, απέκκρισηdue adj οφειλόμενος, αποδιδόμενοςvirus n ιόςmucous membrane n βλεννογόνος υμέ-ναςtissue n ιστόςweaken v αποδυναμώνω

3

MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 3

Page 4: MSU-CELC Glossary-Tests-1-10 Layout 1 · 2019-05-17 · 2012 Edition Practice Tests 10 Glossary MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 1

susceptible adj ευπαθής, ευαίσθητοςchilling n κρύο, χαμηλή θερμοκρασίαinvade v εισβάλλωpave the way for ‘προλειαίνω’ το έδαφοςinitiate v ξεκινώ, προκαλώintensify v εντείνωcomplication n επιπλοκήotitis n ωτίτιδαinfant n βρέφος, νήπιοrunny adj που εμφανίζει ροή βλεννώδουςυγρούsinus adj ρινικόςantibiotic n αντιβιοτικόneedlessly adv άσκοπαthroat culture n καλλιέργεια φαρυγγικούεπιχρίσματοςpainless adj ανώδυνοςswab n μέσο λήψης εκκρίματοςgerm n μικρόβιοpollen n γύρηwheeze v ασθμαίνω, ξεφυσώrun my course exp κάνω τον ‘κύκλο’ μουvigorous adj έντονοςfluid n ρευστό, υγρόmend n ανάρρωσηpage 41

irrespective adv άσχετα, ανεξάρτηταfall prey to exp πέφτω θύμα τουabsence n απουσίαinoculation n εμβολιασμόςimmunity n ανοσίαcome down with v αρρωσταίνω απόswelling n οίδημα, πρήξιμοsoreness n πόνοςscrap v κόβω άχρηστο κομμάτιpage 42

row v κωπηλατώspeedily adv γρήγοραrowing boat n λέμβος κωπηλασίαςflying fish n καπόνι (είδος ψαριού)birdlife n τα πουλιά, τα πτηνάhuddle v στριμώχνομαιsubside v καταλαγιάζω, κοπάζωsettle v ‘ηρεμώ’ease v ανακουφίζω, καταπραΰνωleave n άδειαprivilege n δικαίωμαabandon v παραδίδω, αφήνω έρμαιοbeat v νικώ, κατατροπώνωcrew n πλήρωμα, προσωπικό επάνδρωσηςsingle-handed adj μόνοςtransatlantic adj υπερατλαντικός, πουδιασχίζει τον Ατλαντικόyachtsman n ερασιτέχνης ιστιοπλόοςrecord n ρεκόρ, καλύτερη επίδοσηschedule v προγραμματίζωcapture v ‘καταλαμβάνω’, ‘αιχμαλωτίζω’notion n ιδέαpersuade v πείθωjoin v ‘συντροφεύω’quest n αναζήτησηmilestone n ιστορική καμπήraise v συγκεντρώνω, εισπράττωlink with v ‘συνδέω’ μεpressing adj πιεστικός, αγχωτικόςchallenge n πρόκλησηspur v παρακινώ, ωθώto date exp μέχρι τώραentrant n συμμετέχωνregister v εγγράφομαιdisguise v μεταμφιέζωdischarge v απαλλάσσω

honor n τιμητική διάκρισηappeal n γοητείαredundant n υπεράριθμος (για εργαζόμενους)constraint n περιορισμόςhealthcare system n σύστημα υγειονομι-κής περίθαλψηςsecure adj ασφαλήςconcerned adj ανήσυχοςhardship n κακουχία, ταλαιπωρίαcompete v συναγωνίζομαι, διαγωνίζομαιprevent v εμποδίζωcompetitor n συμμετέχων, διαγωνιζόμενοςrelative n συγγενήςdull adj βαρετός, ανιαρόςstable adj σταθερός, ισορροπημένοςemployment n εργασία, δουλειάpage 43

rucksack n σακίδιοconsumer adj καταναλωτικόςrefreshing adj ευχάριστοςtreasure v φυλάσσω σα θησαυρόpossession n αγαθό, απόκτημαcontribution n συμβολή, συνεισφοράwell-used adj πολυχρησιμοποιημένοςanxious adj ανυπόμονοςto the full exp πλήρως, στο έπακροadventurous adj περιπετειώδηςweird adj περίεργοςsweltering adj πολύ ζεστός, αποπνικτικός(για καιρό)luscious adj ‘γλυκός’, ‘αισθησιακός’cheetah n τσίτα (αιλουροειδές)ensuing adj που ακολουθείguide n οδηγός περιήγησηςfire a shot v πυροβολώaccidentally adv τυχαίαrun off v φεύγω τρέχονταςparty n ομάδαcheeky adj αναιδής, θρασύςgrin n ειρωνικό χαμόγελοspread across v εξαπλώνομαιlodge v σφηνώνω, ‘καρφώνω’flask n φλασκίalbeit conj αν καιfrom that point on exp από τότεpass away v πεθαίνωadmittedly adv ομολογουμένωςbattered adj φθαρμένοςpart with v αποχωρίζομαιscorn v περιφρονώvalue v εκτιμώ, έχω σε εκτίμησηpuzzled adj απορημένοςdelighted adj κατευχαριστημένοςrude adj αγενήςeager adj ανυπόμονοςurban adj αστικόςambitious adj φιλόδοξοςamateur n ερασιτέχνηςstormy adj θυελλώδης, τρικυμιώδηςslightly adv ελαφρώς, λίγοfatally adv θανάσιμαembarrass v φέρνω σε αμηχανία

CHAPTER 3VOCABULARYpage 46

bewildered adj σαστισμένος, μπερδεμένοςdisconcerted adj ανήσυχοςcross adj θυμωμένος, φουρκισμένοςastonished adj έκπληκτος

depressed adj μελαγχολικόςfrustrated adj απογοητευμένοςthrilled adj ενθουσιασμένοςmoody adj κυκλοθυμικόςgaze n βλέμμαred tape n γραφειοκρατίαinfant adj βρέφος, νήπιοhand over v παραδίδω come up with v βρίσκω, επινοώinfertility n στειρότηταbureaucracy n γραφειοκρατίαpage 47

newborn n νεογέννητο (μωρό)struggle with v ‘παλεύω’ μεeliminate v εξαλείφωdrop off v αφήνωincubator n θερμοκοιτίδαswitchboard n τηλεφωνικό κέντροcome round v συνέρχομαιcome by v αποκτώcome down on v τιμωρώcome up against v αντιμετωπίζωcome across v συναντώ τυχαία

TEST 3Writing - page 48

youngster n νεαρόςisolation n απομόνωση

Listening - page 49

overstay v παρατείνω επίσκεψηon time adv εγκαίρωςpage 50

convince v πείθωfeature n χαρακτηριστικόsteel n ατσάλιcourse n μάθημαplay n θεατρικό έργοdrop v παραλείπω, αφήνωresent v δυσαρεστούμαι, δυσανασχετώpage 51

viewer n τηλεθεατήςgather v συμπεραίνω, υποθέτωTV-hostess n παρουσιάστρια τηλεοπτικούπρογράμματοςfast lane n λωρίδα ταχείας κυκλοφορίαςfast track n λωρίδα ταχείας κυκλοφορίαςliven something up v ζωηρεύω κάτιbroadcasting n τηλεοπτική εκπομπή

Grammar - page 53

second-hand adj μεταχειρισμένοςfund n οικονομικός πόροςperish v πεθαίνω, ‘χάνομαι’page 54

surrounded adj περιστοιχισμένος, περιτρι-γυρισμένοςhand out v διανέμωset foot on exp πατάω το πόδι μου σεpay back v ξεπληρώνωowe v χρωστάωpage 55

clear up v γίνομαι αίθριος, ξαστεριάζωplay truant exp κάνω κοπάναsuspend v επιβάλλω ποινή αποβολήςfall behind v ‘μένω πίσω’on account adv προκαταβολικάowing adj οφειλόμενοςbound adj αναπόφευκτοςon the point of exp στο σημείο τουbankruptcy n χρεωκοπία

4

MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 4

Page 5: MSU-CELC Glossary-Tests-1-10 Layout 1 · 2019-05-17 · 2012 Edition Practice Tests 10 Glossary MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 1

remark n παρατήρησηfar from exp αντιθέτως, κάθε άλλοReading - page 56

weightlessness n έλλειψη βαρύτηταςspace flight n διαστημική πτήσηexhilarating adj απολαυστικόςrelease n απελευθέρωσηbonds n δεσμάgravity n βαρύτητα, βάροςdiscomfort n ενόχλησηthreaten v απειλώprospect n ενδεχόμενο, πιθανότηταrush n ορμητική εισροήartery n αρτηρίαbaroreceptor n αισθητήρας υποδοχέωνπου ανταποκρίνεται σε πίεσηpump v διοχετεύωpuff out v ξεφυσώ, ασθμαίνωnasal adj ρινικόςstuffiness n συμφόρηση, ‘μπούκωμα’kidney n νεφρόurine n ούραdehydration n αφυδάτωσηred cell n ερυθροκύτταροanemia n αναιμίαregulate v ρυθμίζωuptake v πρόσληψηcalcium n ασβέστιοabsence n απουσίαhabitual adj συνήθηςcountermesure n αντίμετροbrittle adj εύθραυστοςkidney stone n πέτρα στα νεφράorbit n τροχιάsimulate v εξομοιώνω, αναπαράγωexperiment v διεξάγω πείραμαdevice n συσκευή, μηχανισμόςstimulate v δραστηριοποιώ, κινητοποιώpulse n παλμόςgarment n ένδυμα, ρούχοconstant adj συνεχήςexertion n προσπάθειαupright adj όρθιος, ευθυτενήςpage 57

advent n έλευσηdrop v μειώνομαιinflow n εισροήdisorientated adj αποπροσανατολισμένοςmalfunction n δυσλειτουργίαtake up v απορροφώbear v ‘σηκώνω’ βάροςeffective adj αποτελεσματικόςabsorb v απορροφώcasually adv περιστασιακάspaceship n διαστημόπλοιοeffort n προσπάθειαpage 58

obesity n παχυσαρκίαtake in v προσλαμβάνω, παίρνωcontributory adj συντελεστικός, ενισχυτικόςdisturbance n ενόχλησηpancreas n πάγκρεαςgallbladder n χοληδόχος κύστηaccretion n συσσώρευσηinterfere with v εμποδίζωmortality n θνησιμότηταlife span exp διάρκεια ζωήςprosperous adj ευκατάστατοςmagnitude n σπουδαιότηταpoint up v επισημαίνωlandmark n ‘ορόσημο’nutrition n διατροφή

biochemistry n βιοχημείαprevalent adj κυρίαρχος, εξαπλωμένοςurbanization n αστικοποίησηautomation n εκμηχανισμός, αυτοματισμόςconventional adj συμβατικός, συνηθισμένοςinhibiting adj ανασταλτικόςconsumption n κατανάλωσηvalueless adj που στερείται αξίαςkey factor exp σημαντικός παράγονταςobjective adj αντικειμενικόςpremature adj πρόωροςprevention n πρόληψηpertaining to adj σχετικός μεevidence n ένδειξηphysician n γιατρόςstore up v μαζεύω, συγκεντρώνωhighlight v αναδεικνύωinquiry n έρευναundertake v αναλαμβάνωissue v εκδίδωimplication n επίπτωσηcripple v προκαλώ ‘ζημιά’framework n ‘πλαίσιο’, σύνολο αρχώνalter v μετατρέπω, αλλάζωafflicted adj που νοσείpage 59

surplus adj πλεονάζωνbuild-up n συσσώρευσηdiabetic adj διαβητικόςhectic adj πολυτάραχοςcut down on v ελαττώνωthyroid adj θυροειδήςhormone n ορμόνηpinpoint v εντοπίζω, επισημαίνωpage 60

dressing gown n ρόμπα (σπιτιού)slipper n παντόφλαreminiscence n αναπόλησηafford v επιτρέπω στον εαυτό μου, έχωτην ‘πολυτέλεια’relative n σχετικόςrecall v θυμάμαιweatherman n μετεωρολόγοςforecast v προβλέπω, κάνω πρόγνωσηseasonal adj της εποχήςovercoat n πανωφόρι, παλτόtremor n σεισμική δόνησηbreak v εμφανίζομαιstructural adj κατασκευαστικός, δομικόςcontented adj ευχαριστημένος, ικανοποι-ημένοςbefriend v συναναστρέφομαι, κάνω παρέαapparently adv κατά τα φαινόμεναepicenter n επίκεντροvow v υπόσχομαιwhat is more adv επιπλέονbitterly adv πικράhelp somebody out v βοηθώnow and again adv κατά καιρούςtreat v συμπεριφέρομαι, μεταχειρίζομαιfamiliar adj οικείος, γνωστόςhomeless adj άστεγοςungrateful adj αχάριστος, αγνώμωνget in touch with exp έρχομαι σε επαφή,επικοινωνώpage 61

quality n αρετή, ιδιότηταsportsperson n αθλητήςpursue v ‘ακολουθώ’, ‘προσανατολίζομαι’insight n γνώσηrely on v βασίζομαι, στηρίζομαιrespond v αντιδρώ, ανταποκρίνομαι

stimulus n ερέθισμαreflex n αντανακλαστικόflexible adj ‘ευέλικτος’, ευπροσάρμοστοςstrain n καταπόνησηcoordination n συντονισμόςlikewise adv ομοίωςbodily adj σωματικόςsimultaneously adv ταυτόχροναendurance n αντοχήstamina n σθένος, αντοχήfatigue n κούραση, κόπωσηregardless adv άσχεταstrategizing n στρατηγικήoutcome n αποτέλεσμαteamwork n ομαδική συνεργασίαcritical adj σημαντικόςimplementation n εφαρμογήdedicated adj αφοσιωμένοςprioritization n καθορισμόςπροτεραιοτήτωνstrict adj αυστηρόςrational adj λογικόςreluctant adj απρόθυμοςversus prep έναντιteammate n συμπαίκτηςcruel adj σκληρός, βασανιστικός

CHAPTER 4VOCABULARYpage 64

hinder v δυσχεραίνω, επιβραδύνωobstruct v εμποδίζω, παρακωλύωban v απαγορεύωhamper v εμποδίζω, παρακωλύωforbid v απαγορεύωpage 65

labor n δουλειά, εργασίαmeasles n ιλαράhand down v παραδίδω σε επόμενοhand in v υποβάλλω

TEST 4Writing - page 66

incentive n κίνητροinitiative n πρωτοβουλίαwith regards to phr σε σχέση μεstrict adj αυστηρός

Listening - page 67

exceed v υπερβαίνω, ξεπερνώcompliment v επαινώmock v χλευάζω, περιγελώwear someone out v εξαντλώ κάποιονtemporarily adv προσωρινάpage 68

crust n ψημένη ζύμηhesitant adj διστακτικόςextension n παράτασηred deer n ελάφι του Κασμίρendangered adj απειλούμενος με εξαφάνισηpage 69ethics n σύνολο ηθικών αρχώνoctoplets n οκτάδυμαprosecute v διώκω ποινικώς, ενάγωbright adj έξυπνοςhorrified adj τρομοκρατημένοςdeliberately adv σκόπιμαaccidentally adv κατά λάθοςplay down v υποβαθμίζω τη σημασίαanorexia nervosa n νευρική ανορεξία

5

MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 5

Page 6: MSU-CELC Glossary-Tests-1-10 Layout 1 · 2019-05-17 · 2012 Edition Practice Tests 10 Glossary MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 1

haul n ‘διαδρομή’back to square one φτου κι απ’ την αρχήGrammar - page 71

run into v αντιμετωπίζωworkforce n εργατικό δυναμικόby half exp στο έπακροbrake off v διακόπτω, χαλάωstill adv παρ’ όλα αυτάpage 72

bargain n συμφέρουσα αγορά, ‘κελεπούρι’gadget n μαραφέτι, συσκευήpage 73

burn down v καίωliving n εισόδημα, βιοπορισμόςby trade exp κατά το επάγγελμαsound adj σώος, αβλαβής

Reading - page 74

piracy n πειρατείαoutlaw n που ενεργεί παράνομαjurisdiction n δικαιοδοσία, αρμοδιότηταextermination n εξολόθρευση, εξόντωσηtrial n δίκηconviction n καταδίκηconfiscate v κατάσχωprivateer n καπετάνιος πειρατικού πλοίουvessel n πλοίο, σκάφοςdeem v κρίνω, θεωρώlicensing adj εξουσιοδοτημένος, επίσημοςharry v λεηλατώmaritime adj ναυτικός, ναυτιλιακόςpersist v παραμένωdecline v παρακμάζω, φθίνωnaval adj ναυτικόςmerchant adj εμπορικόςshipping n ναυτιλίαscale n κλίμακαbooty n πλιάτσικοmarketplace n αγορά (τόπος)brigandage n ληστείαinfest v λυμαίνομαι, μαστίζωquasi- prep σχεδόν, εν μέρειfortify v οχυρώνωstronghold n οχυρό, φρούριοransom n λύτραfleet n στόλοςsubdue v καταστέλλωtake to v καταφεύγωboisterous adj ζωηρόςsurplus adj πλεονάζω, περίσσιοςseaman n ναύτηςunbearably adv πολύ, ιδιαίτεραharsh adj σκληρόςunrewarding adj μη αποδοτικόςnurture v υποβοηθώtrade n εμπόριοseaworthy adj αξιόπλοοςgunnery n σύνολο όπλωνpage 75

felony n σοβαρό αδίκημαhigh seas n ανοικτή θάλασσαadvent n έλευσηvirtually adv ουσιαστικάroam v περιφέρομαιkidnap v απάγωpage 76

neutral adj ουδέτεροςadulation n κολακείαskepticism n δυσπιστία, σκεπτικισμόςdownright adj ξεκάθαρος, σαφήςdisdain n περιφρόνησηrelentless adj αδυσώπητος

contending adj αντιμαχόμενοςmaladjustment n ανικανότητα προσαρμογήςpuberty n εφηβείαobscene adj άσεμνοςfirstborn n πρωτότοκοςdoting n αφοσιωμένοςsibling n αδελφός, αδελφήmatriculate v εγγράφομαι σε τριτοβάθμιοεκπαιδευτικό ίδρυμαdrift v περιφέρομαιhit on v ‘ανακαλύπτω’, βρίσκωhealer n θεραπευτήςinquisitive adj φιλοπερίεργοςriddle n ‘γρίφος’concealed adj κρυμμένοςunconscious n το ασυνείδητοintrospection n ενδοσκόπησηembark on v ξεκινώfull-blown adj περιεκτικός, πλήρηςpredecessor n προηγούμενοςtreatise n διατριβήstudy under v μαθητεύωcerebration n εγκεφαλική δραστηριότηταdevise v επινοώpage 77

idolize v ειδολοποιώ, εξιδανικεύωconceited adj ματαιόδοξοςfar-fetched adj υπερβολικός, απίθανοςwell-to-do adj ευκατάστατοςopt for v δείχνω προτίμησηpage 78

glamor n θέλγητρο, γκλάμουρget to v οδηγούμαι στο σημείο ναmotherhood n μητρότηταsession n περίοδος συγκεκριμένης δρα-στηριότηταςretire v αποσύρομαι, αποχωρώmaintain v διατηρώdeny v αρνούμαιweakness n ‘αδυναμία’, αντικείμενο αρε-σκείαςtrack n μονοπάτιlead v διάγω (ζωή)routine n καθημερινότητα, καθημερινόπρόγραμμαliking n αρέσκεια, γούστοindoors adv μέσα, σε στεγασμένο χώροoutdoors adv έξω, στο ύπαιθροpage 79

volunteer v εγγράφω ως εθελοντήclean-up n καθαριότηταdrag v ‘σέρνομαι’stumble v προχωράω τρεκλίζονταςtask n καθήκον, εργασίαtoss v ρίχνω, πετώwooded adj κατάφυτοςhalf-heartedly ‘με μισή καρδιά’, απρόθυμαrake away v απομακρύνω με τη βοήθειατσουγκράναςtangled adj μπερδεμένοςgreenery n πρασινάδα, φυλλωσιάcase n θήκη, μικρό κιβώτιοrusted adj σκουριασμένοςfaded adj ξεθωριασμένοςdraw attention exp τραβώ την προσοχήslip v χώνωbackpack n σακίδιοdoubt v αμφιβάλλωleft-over n απομεινάριbother v ενοχλώchest n κασέλα, μπαούλοforgive n συγχωρώ

grateful adj ευγνώμωνtolerant adj ανεκτικόςexaggeration n υπερβολήaccurate adj ακριβής, σωστόςharmless adj ‘αθώος’cautious adj προσεκτικόςdistract v αποσπώ την προσοχήmake fun of exp χλευάζωtease v πειράζω, περιπαίζωadmit v παραδέχομαιconfess v ομολογώ

TEST 5Writingpage 4prohibit v απαγορεύωexposed adj εκτεθειμένος, απροστάτευ-τοςsecond-hand smoke phr παθητικό κάπνι-σμαlively adj έντονος, ζωντανόςcultural activity n πολιτιστική δραστη-ριότηταon the other hand phr από την άλληπλευρά

Listening- part 1page 5proctor n επιτηρητής, επόπτης εξετάσεωνassist v βοηθώcorrespond v ανταποκρίνομαι, αντιστοιχώtake a guess phr μάντεψεweather report n μετεωρολογικό δελτίοgrade on a curve phr βαθμολόγηση τωνμαθητών με κανονική κατανομή (διά-γραμμα Poisson)

page 6rehearsal n πρόβα, δοκιμή θεατρικούapprove v εγκρίνω, επικροτώ, επιδοκι-μάζωcereal n δημητριακό (ως πρωινό)loose adj φαρδύς, φαρδουλόςankle n αστράγαλος, κότσι

Listening- part 2page 7infection n μόλυνσηtreat v περιποιούμαι, κουράρωbooked up adj χωρίς ελεύθερο ραντεβού,‘’φορτωμένος’’ με συναντήσειςappointment n ραντεβού, προγραμματι-σμένη συνάντησηlikely adv μάλλον, πιθανώςby chance phr από σύμπτωση, κατάλάθοςrun after phr.v. κυνηγώsquirrel n σκίουρος

Listening- part 3page 8imitation n απομίμησηdepartment store n πολυκατάστημαcomplicated adj περίπλοκος, πολύπλοκος,δαιδαλώδης

Page 9melt v λιώνω, υγροποιούμαιseal n φώκια

6

MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 6

Page 7: MSU-CELC Glossary-Tests-1-10 Layout 1 · 2019-05-17 · 2012 Edition Practice Tests 10 Glossary MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 1

decrease v μειώνω, ελαττώνομαι, λιγο-στεύωone-of-a-kind situation phr μοναδική πε-ρίπτωση, εξαίρεσηretreat v υποχωρώdrown v πνίγωgap n άνοιγμα, τρύπα, κενό διάστημαopen water n μεγάλη έκταση νερού (ανοι-κτή θάλασσα, ποταμός, λίμνη)rough wave conditions phr συνθήκεςυψηλού κυματισμού της θάλασσαςglobal warming n υπερθέρμανση τουπλανήτη, φαινόμενο θερμοκηπίουcarbon dioxide emission n εκπομπή διο-ξειδίου του άνθρακαoutlook n πρόβλεψη, προοπτική

Grammarpage 10reluctance n δισταγμός, διστακτικότηταtruthful adj ειλικρινής, τίμιοςrecall v ανακαλώ στη μνήμη, θυμάμαι

Page 11use up phr.v. χρησιμοποιώ, εξαντλώ, ‘τε-λειώνω’moldy adj μουχλιασμένος

Page 12permission n άδεια, έγκρισηhire v προσλαμβάνωaccountant n λογιστής

Page 13rack n ράφι τοίχουunder no circumstances phr σε καμμίαπερίπτωση

Reading Text 1Page 14scuba dive n υποβρύχια κατάδυσηforecast n πρόβλεψη, πρόγνωσηkelp forest n υποβρύχιο οικοσύστημα απόθαλάσσια φύκιαawed adj έκπληκτος, κατάπληκτοςbring along phr.v. παίρνω μαζί μουsack lunch n πρόχειρο φαγητό, ‘κολατσιό’wet suit n στολή καταδύσεωνasap phr/abrr όσο το δυνατό πιο σύντομα(συντομογραφία της φράσης as soon as pos-sible)sign up phr.v. εγγράφομαι, παίρνω μέροςaccommodation n κατάλυμα, στέγαση,διαμονήkeep posted phr κρατώ ενήμερο για τατελευταία νέαstay overnight phr διανυκτερεύωcome along phr.v εμφανίζομαι, παρουσιά-ζομαι, συνοδεύω

Page 15schedule n πρόγραμμαavailability n διαθεσιμότηταterrified adj τρομοκρατημένοςamazed adj έκπληκτος, κατάπληκτοςcurious adj περίεργοςreserve v εξασφαλίζω, κάνω κράτηση,‘καπαρώνω’concern n ενδιαφέρον, έγνοιαchallenging adj δύσκολος, απαιτητικός,που αποτελεί πρόκλησηafford v έχω οικονομική ευχέρεια

Reading Text 2Page 16social impact n κοινωνική σημασία, κοι-νωνικό αποτύπωμαupload v μεταφέρω ηλεκτρονικά δεδο-μένα, ‘ανεβάζω’launch n ξεκίνημα, παρουσίαση στο κοινόaudience n ακροατήριο, κοινόuser-generated adj που δημιουργείταιαπό τον (διαδικτυακό) χρήστηclip n μικρό απόσπασμα blogging n ηλεκτρονικό ημερολόγιο,μπλόγκmedia corporation n (επιχείρηση) μέσωνμαζικής ενημέρωσηςvia prep διά μέσου, μέσωdomain name n διαδικτυακή διεύθυνσηsubsequent adj ακόλουθος, επακόλουθοςfounder n ιδρυτήςbeta test n δοκιμαστικός έλεγχος Η/Υestimate v εκτιμώ, υπολογίζωrange n εύρος, φάσμαtopic n θέμαheated adj έντονος (για διαφωνία, συζή-τηση), εξημμένοςwidely adv σε μεγάλο βαθμό, ευρύταταmainstream adj επικρατών, που αποτελείκυρίαρχη τάσηextensive adj εκτεταμένοςfeature v προβάλλω, παρουσιάζωcanon n μουσικό κομμάτι όπου εκτετα-μένη μελωδία αναπαράγεται με παραλλαγέςreveal v αποκαλύπτωtrack n μουσικό κομμάτιtestimony n βεβαίωση, απόδειξηsignificance n σημασία, σπουδαιότηταcat n φανατικός οπαδός ή μουσικός τηςτζάζ μουσικήςceleb n διασημότητα, διάσημο πρόσωποgoof-up n χαμηλών δυνατοτήτων, ηλίθιος,γκαφατζήςoverzealous adj υπερβολικά ενθουσιώ-δης, ζηλωτήςlip-syncher n αυτός πουκινεί τα χείλη στορυθμό μιας ηχογράφησης (καραόκε)bandwidth n φάσμα συχνοτήτωνlimitation n περιορισμόςgoal n στόχος, αντικειμενικός σκοπόςkick-start v δίνω ώθηση, δίνω ‘φόρα’sustain v διατηρώ, συντηρώ

Page 17access v αποκτώ πρόσβασηhectic adj ταραχώδης, πολυτάραχος, πυρε-τώδηςwear off phr.v. λιγοσταίνω, ελαττώνω,μειώνωimply v υπονοώ, υπαινίσσομαιcreativity n δημιουργικότητα, εφευρετι-κότηταquestion v αμφισβητώrelevance n σχέσηjustify v δικαιολογώ, αιτιολογώslow down phr.v. επιβραδύνω, κόβω ταχύ-τηταprofitable adj επικερδής, κερδοφόρος

Reading Text 3 page 18pen pal n φίλος δι’ αλληλογραφίαςsmoggy adj που πλήττεται από αιθαλομί-

χλη (‘νέφος’)chaotic adj αποδιοργανωμένος, χαοτικόςpedestrian-friendly adj φιλικός προςτους πεζούς overwhelmed adj καταβεβλημένος, ψυ-χικά κουρασμένοςjet lagged adj που βιώνει τα συμπτώματατης κούρασης από τη διαφορά ώρας σε υπε-ρατλαντικό ταξίδι, που έχει υποστεί τζέτ-λαγκindoors n μέσα, στο εσωτερικό, (εδώ:) στοσπίτιsalsa n καυτερή σάλτσα από ωμά λαχα-νικά ή φρούτα, ως καρύκευμα ή μπαχαρικόrefried beans n τηγανισμένα φασόλιαguess what! phr δεν θα το πιστέψεις!,μάντεψε!knock sb out phr.v. παρασύρω και ανα-τρέπω, ‘γκρεμίζω’seaweed n θαλάσσιο φυτό, φύκιtangle v μπερδεύω, μπλέκωgrab v αρπάζω, ‘γραπώνω’give up prh.v. εγκαταλείπω, ‘τα παρατάω’sidewalk n πεζοδρόμιοelusive adj ασύλληπτος, φευγαλέος, πουξεφεύγει, που ξεγλιστρά

Page 19walk around phr.v. κάνω περίπατο χωρίςσυγκεκριμένο προορισμό, ‘βολτάρω’upset adj ταραγμένος, συγχυσμένος, ανα-στατωμένοςconfused adj αμήχανος, σαστισμένος,μπερδεμένοςexhausted adj εξαντλημένος, καταπονη-μένοςcrowded adj συνωστισμένος, κοσμοβρι-θής, ‘φίσκα’ από κόσμοpuzzled adj μπερδεμένος, απορημένος,παραξενεμένοςimaginary adj φανταστικός, όχι πραγμα-τικός

Reading Text 4 page 20flexibility n ευκαμψία, ευλυγισίαleaflet n φυλλάδιο, μπροσούραcatch sb’s eye phr τραβώ την προσοχήμε την παρουσία μου fitness program n πρόγραμμα γυμναστι-κήςthink of sth phr.v. σκέφτομαι, συλλογίζο-μαιstiff adj που έχει υποστεί έμφραξη, δύ-σκαμπτος, ‘βουλωμένος’artery n αρτηρίαstudy n μελέτη, έρευναsit-and-reach phr εύρος ή μέτρο πουμπορεί να εκταθεί ή λυγίσει μια άρθρωσητου σώματοςjudge v κρίνωprecede v προηγούμαι, προπορεύομαιcardiovascular disease n καρδιαγγειακήπάθησηheart attack n καρδιακή προσβολήstroke n εγκεφαλική συμφόρηση, αποπλη-ξίαblood vessel n αιμοφόρο αγγείοtube n αγγείο, σωλήναςblood pressure n αρτηριακή πίεση, πίεσητου αίματοςrisk factor n παράγοντας κινδύνου

7

MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 7

Page 8: MSU-CELC Glossary-Tests-1-10 Layout 1 · 2019-05-17 · 2012 Edition Practice Tests 10 Glossary MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 1

researcher n ερευνητήςkeep in shape phr διατηρώ σε καλή φυ-σική κατάσταση, διατηρούμαι σε ‘φόρμα’determine v προσδιορίζω, εξακριβώνω,διαπιστώνωdivide v χωρίζω, διαχωρίζωmiddle aged adj μεσήλικαςassociated adj που συνδέεται, που σχετί-ζεταιvolunteer n εθελοντήςbend v λυγίζω, κάμπτω, σκύβωwaist n οσφυική χώρα, ‘μέση’classify v ταξινομώ, κατατάσσωpoor adj όχι ικανοποιητικός, ανεπαρκής,‘κακός’ aerobic fitness n αεροβική άσκησηmuscular strength n μυική δύναμηendurance n αντοχή, ανθεκτικότηταpredictor n παράγοντας ή συσκευή προει-δοποίησης ή πρόβλεψηςcause and effect phr αίτιο και αιτιατό,αιτία και αποτέλεσμαstretching exercise n άσκηση(υπερ)έκτασης των άκρων και των μυώνset into motion phr ξεκινώ μια διαδικα-σίαimprove v βελτιώνω, καλυτερεύωin addition phr επιπροσθέτως, επιπλέον

Page 21carry out phr.v. πραγματοποιώ, διεξάγωconduct v διεξάγω, κατευθύνωheart rate n καρδιακός ρυθμός, παλμοί/σφυγμοί της καρδιάςhalt v σταματώ, ακινητοποιώ, ‘κοκκα-λώνω’intensify v εντείνωconclusion n συμπέρασμα, έκβασηchance occurrence n τυχαίο περιστατικό,απρόσμενο συμβάνmotivate v παρέχω κίνητρο, παρακινώ

TEST 6Writingpage 1antisocial activity n αντικοινωνική δρα-στηριότηταbarrier n εμπόδιο, φράγμαtolerance n ανοχή, ανεκτικότηταdrunk driving n οδήγηση υπό την επήρειααλκοόλ

Listening- part 1page 2turn in phr.v. παραδίδω, δίνωassignment n εργασίαbreak down phr.v. υφίσταμαι βλάβη,‘χαλάω’virus n ιόςcolleague n συνάδελφοςfix v επισκευάζω, επιδιορθώνω, ‘φτιάχνω’reimbursement n αποζημίωσηfrustrated adj απογοητευμένοςpermit n (έγγραφη) άδειαstick v εμμένω, επιμένω, μένω σταθερός

Listening- part 2page 3membership n ιδιότητα μέλους

profession n επάγγελμαsolicitor n δικηγόροςwell-off adj εύπορος, πλούσιοςsalesperson n υπάλληλος πωλήσεων, πω-λητήςin terms of phr σχετικά με, όσον αφοράσε...outcome n αποτέλεσμαroof window n ηλιοροφήsat nav n συσκευή δορυφορικής πλοήγη-σης, gpsorganic food n βιολογικά τρόφιμαdeal n προσφορά, συμφωνία

Listening- part 3page 4disciplinary adj πειθαρχικόςprocedure n διαδικασίαreview v επανεξετάζω, ξανακοιτάζωmisbehave v φέρομαι άσχημα, παρεκτρέ-πομαι principal n διευθυντής (σχολείου)offender n υπαίτιος, φταίχτης, παραβάτηςattendance n παρουσία, παρακολούθηση(μαθημάτων σχολείου κλπ)suspend v αποβάλλω (προσωρινά)expel v αποβάλλω (οριστικά), εκδιώχνω,εξοβελίζωboard of management n διοικητικό συμ-βούλιοqualify v (αθλητισμός, διαγωνισμός) προ-κρίνομαι στον επόμενο γύροplay-offs n επαναληπτικός αγώνας inspector n επιθεωρητήςassess v αξιολογώ, εκτιμώrecommend v προτείνω, συνιστώin person phr προσωπικά, αυτοπροσώπωςmodule n τμήμα διαδικασίας εκπαιδευτι-κής αξιολόγησης, όπως προφορική ή γρα-πτή εξέταση point out phr.v. επισημαίνω, παρατηρώ

Grammarpage 5pull sb’s weight idm αναλαμβάνω το με-ρίδιο δουλειάς, επιφορτίζομαιintense adj ακραίος, σφοδρός, έντονοςdefinitely adv αναμφίβολα, σαφώς, οπωσ-δήποτεlecture n διάλεξηlook to phr.v. βασίζομαι, στηρίζομαι, ελ-πίζω σε...

page 6depression n κατάθλιψη, μελαγχολίαback-to-front phr ανάποδα, άτακτα, ‘τομπρος- πίσω’ensure v εξασφαλίζω, επιβεβαιώνωsleep pattern n διαδικασία του ύπνου senior manager n ανώτερο (διοικητικό )στέλεχοςto be honest phr για να είμαστε ειλικρι-νείς, ειλικρινώς...coincidence n σύμπτωση, συγκυρίαfigure out phr.v. καταλαβαίνω, λύνω, βρί-σκω

page 7get the better of idm κερδίζω, καταγάγωμια νίκηwind down phr.v. χαλαρώνωleap out phr.v. ξεπηδώ, ξεπροβάλλω

dodge v ελίσσομαι (για να αποφύγω)damp adj υγρός, νωπός, νοτερόςafter all phr εντέλει, τελικώςcome up with phr.v. επινοώ, εφευρίσκωglorious adj λαμπρόςstormy adj θυελλώδηςrain cats and dogs idm βρέχει καταρρα-κτωδώς, βρέχει ‘καρεκλοπόδαρα’graduate v αποφοιτώ

Reading Text 1Page 8in response to phr σε απάντηση...talk show n τηλεοπτικό πρόγραμμα διαλό-γουair on v (για εκπομπή) ‘βγαίνω στον αέρα’prime time n ζώνη υψηλής ακροαματικό-τητας genre n είδος, κατηγορίαsyndicate v πουλάω (πχ. τηλεοπτικό πρό-γραμμα) σε ανεξάρτητους σταθμούςproliferate v εξαπλώνομαι, πολλαπλασιά-ζομαι, βρίθωwell-known adj διάσημος, γνωστόςlong-running adj που διαρκεί επί μακρόν,μακρόβιοςformat n μορφήscrap v απορρίπτω, πετάωresurrect v αναβιώνω, επαναφέρω στοπροσκήνιοhost n οικοδεσπότης, παρουσιαστήςversion n απόδοση, εκδοχή, διασκευήrating n κατάταξη, . ‘νούμερα’dominate v κυριαρχώ, επικρατώslot n περιθώριοso-called adj αποκαλούμενος, επονομαζό-μενοςtabloid n σκανδαλοθηρικός, αισθησιοκρα-τικόςchat n κουβέντα, συνομιλία, ελαφριά συ-ζήτησηbroadcaster n σταθμός αναμετάδοσης εκ-πομπών

Page 9criticize v κάνω κριτική, επικρίνω, κατα-κρίνωconsistently adv με συνέπειαslightly adv ελαφρώς, κάπωςfan n οπαδός, θιασώτης

Reading Text 2Page 10humane adj ανθρωπιστικόςcharitable adj φιλανθρωπικός, αγαθοερ-γόςwelfare n κοινωνική πρόνοιαdonate v δωρίζω, χαρίζω, προσφέρωteam up phr.v. συνεργάζομαι, ενώνω τιςδυνάμεις μουbeneficiary adj δικαιούχος, δωρεοδόχος,κληρονόμοςproceeds n εισπράξειςstruggle v παλεύω, δίνω σκληρό αγώναlet alone phr χωρίς να λαμβάνουμευπόψη...underprivileged adj άπορος, φτωχός, στε-ρημένοςlook after phr.v. φροντίζω, προσέχωhousehold n νοικοκυριόdrive n δυναμισμός, θέληση, οργανωμένηπροσπάθεια επίτευξης σκοπού

8

MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 8

Page 9: MSU-CELC Glossary-Tests-1-10 Layout 1 · 2019-05-17 · 2012 Edition Practice Tests 10 Glossary MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 1

recondition v επαναφέρω σε καλή ή λει-τουργική κατάσταση, επισκευάζωauction v δημοπρατώ, βγάζω σε πλειστη-ριασμόcorporate adj εταιρικός, συλλογικόςsponsorship n χορηγείαgenerate v παράγω, δημιουργώgoodwill n καλή προαίρεση, εύνοια, ευμέ-νεια involve in phr.v. συμμετέχω, συνεισφέρω,εμπλέκομαι σε...enhance v ενισχύωassume v αναλαμβάνω (ευθύνη, υποχρέ-ωση κλπ)radically adv πρωτοποριακά, ριζοσπα-στικάpotential n πιθανότηταmake a difference phr ξεχωρίζω, ‘κάνωτη διαφορά’federal adj ομοσπονδιακόςcampaign n εκστρατεία, καμπάνιαpaycheck n μισθός, πληρωμή

Page 11initiative n πρωτοβουλίαproof n απόδειξη, τεκμήριοcontribute v συνεισφέρω, συμβάλλωstray animal n αδέσποτο ζώοsalary n μισθός, ετήσιες αποδοχές

Reading Text 3Page 12nocturnal adj νυκτόβιος, νυκτερινόςtouch down phr.v. (για πτήση) προσγει-ώνομαι, προσεδαφίζομαιby all accounts phr με βάση όσα αναφέ-ρονται, απ’ ότι ή όπως λέγεται deter v αποθαρρύνω, αποτρέπωlandmark n ορόσημο, αξιοθέατοnarrative n αφήγηση, διήγησηdrift off to sleep idm αποκοιμιέμαι, μεπαίρνει ο ύπνοςlasting adj διαρκής, που παραμένει μετάαπό χρόνοglimpse n φευγαλέα ματιά, βιαστικήματιάout for the count idm αναίσθητος, πουέχει πέσει νοκ- άουτsettled adj εγκατεστημένος, που έχει τα-κτοποιηθείcockcrow n αυγή, το πρώτο φώς της ημέ-ραςsubway n υπόγειος σιδηρόδρομος, μετρόdutifully adv ευσυνείδητα, φιλότιμαcommuter n χρήστης μέσων μαζικής με-ταφοράς, τακτικός επιβάτης συγκοινωνιώνclatter into phr.v. μιλώ βιαστικά και θο-ρυβωδώς, φλυαρώ, πολυλογώprofusely adv άπλετα, απλόχερα, έντοναignore v αγνοώbrush past sb phr.v. περνώ κάποιον παρα-μερίζοντάς τονmutate v μεταλλάσσσομαιraid n επιδρομή, έφοδοςhandcuffs n χειροπέδεςlabour n γέννα, τοκετόςemergency lever n μοχλός κινδύνουabrupt adj αιφνίδιος, ξαφνικόςorientation n κατατόπιση, παρουσίασηmake a fuss of idm δίνω μεγάλη προ-σοχή, κάνω ‘σαματά’, κάνω ‘ντόρο’within earshot idm σε σχετικά μικρή από-

στασηintern n ασκούμενος, εκπαιδευόμενοςfainthearted adj δειλός, άνανδροςself-sufficient adj αυτάρκης, αυτόνομος,ανεξάρτητοςthat goes without saying idm είναι προ-φανές..., περιττό να πούμε ότι...

Page 13distract v αποσπώ την προσοχή κάποιουbump into phr.v. συναντώ τυχαία, πέφτωπάνω σε κάποιονeventful adj γεμάτος σημαντικά γεγονότα,συναρπαστικόςattitude n στάση, συμπεριφορά, διάθεσηadventurous adj περιπετειώδης, τολμη-ρός, ριψοκίνδυνοςstubborn adj πεισματάρης, ισχυρογνώμων

Reading Text 4Page 14cull n θανάτωση, αποδεκατισμόςcub n κουτάβι, μικρό ζώοclub n μπαστούνι (γκόλφ)sanction v εγκρίνω, επικυρώνω, ανέχομαιharp seal n λευκή φώκια της Αρκτικής,που κυνηγιέται για την περίφημη γούνα τηςendangered species n απειλούμενα είδηprotest n διαμαρτυρίαhype n παραπλανητική διαφήμισηnaturalist n φυσιογνώστης, φυσιοδίφηςlivelihood n βιοπορισμός, τα προς το ζήνpelt n δέρμα, τομάρι ζώουblubber n λίποςrevenue n έσοδο, εισόδημαcommitted adj αφοσιωμένος, προσηλωμέ-νος, ταγμένος

Page 15target v στοχεύωextinction n εξαφάνισηcontroversial adj αμφιλεγόμενος, επίμα-χοςauthorize v εξουσιοδοτώ, επιτρέπωoppose v αντιτίθεμαι, συγκρούομαιgreedy adj άπληστοςmisinform v παραπληροφορώ

TEST 7Writingpage 2marital status n οικογενειακή κατάστασηtraditionally adv παραδοσιακάpour v χύνω, ρίχνω, βάζω (ποτό)socialize v συναναστρέφομαι, κοινωνικο-ποιούμαιbow to sb phr.v. υποκλίνομαιin favour of phr υπέρ, για χάρη του...

Listening- part 1page 3alloy n κράμα μετάλλωνmat n χαλάκι, πατάκι, ‘ψάθα’mortgage n υποθήκηrepayment n αποπληρωμήmall n εμπορικό κέντρο

Listening- part 2page 4equipment n εξοπλισμός

gear n εξοπλισμόςcharge v χρεώνω, καταλογίζωpenalty fee n πρόστιμο, ποινική ρήτραon the premises phr στο χώρο, στις εγ-καταστάσειςsource v αποκτώ από άλλο κατάστημα,πηγή ή χώραin stock phr σε απόθεμαin advance phr προκαταβολικάadministration n διεύθυνση, διοίκηση

Listening- part 3page 5discource n συνομιλία, συζήτησηemployee n υπάλληλος, μισθωτόςself-evaluation n αυτο-αξιολόγησηline manager n προϊστάμενος γραμμήςπαραγωγήςguarantee v εγγυώμαι, παρέχω εγγύησηdiscount n έκπτωσηexaggerate v υπερβάλλω, μεγαλοποιώ,‘παραφουσκώνω’ski lodge n χειμερινό καταφύγιοvacant adj άδειος, κενός, διαθέσιμοςpostpone v αναβάλλωroommate n συγκάτοικοςfuneral n κηδείαsoccer ground n γήπεδο ποδοσφαίρουdrag on phr.v. συνεχίζω μονότονα, ‘τρα-βάω’

Grammarpage 6keep under control phr κρατώ υπόέλεγχο, ελέγχωfrightful adj τρομακτικός, σοκαριστικός,αποτροπιαστικός

page 7regardless (of) adv ανεξάρτητα, ασχέ-τως, παρά...hurtful adj οδυνηρόςargument n έντονη διαφωνία, διαπληκτι-σμός, λογομαχίαunkindly adj αγενής, σκληρός, άσπλαχνοςrevise v επανεξετάζω, ξανακοιτάζω, ανα-θεωρώ, ενημερώνωin time phr εγκαίρως, στην ώρα μου

page 8masters’ n μεταπτυχιακόcrash v συγκρούομαι, ‘τρακάρω’blur n θολή εικόνα, θολούραin sb’s interest phr προς όφελος κά-ποιου, για το καλό...resign v παραιτούμαι, ‘τα παρατάω’wave v γνέφω, κάνω νόημαquit v σταματώ, κόβωhazardous adj επικίνδυνος, ριψοκίνδυνοςpastime n πάρεργο, χόμπι

Reading Text 1Page 9warn v προειδοποιώ, εφιστώ την προσοχήpique v προκαλώ, εξάπτω, διεγείρωturn out phr.v. συμπεραίνω, καταλήγωlenient adj ανεκτικός, επιεικήςsupervision n επιτήρηση, παρακολού-θησηin trouble phr μπλεγμένος, σε μπελάδες,σε κίνδυνοlash n μαστίγωμα, βουρδουλιά

9

MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 9

Page 10: MSU-CELC Glossary-Tests-1-10 Layout 1 · 2019-05-17 · 2012 Edition Practice Tests 10 Glossary MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 1

liberal adj φιλελεύθεροςpeculiar adj ιδιόμορφος, παράξενοςin private phr ιδιωτικάwhat it boils down to idm για να περιο-ριστώ στα βασικά...

Page 10vary v ποικίλλω, διαφέρωconscientious adj ευσυνείδητος, επιμε-λήςopen minded adj ανοιχτόμυαλοςirresponsible adj ανεύθυνος, επιπόλαιος

Reading Text 2Page 11bulletin n δελτίο, ανακοίνωσηflagship n ναυαρχίδαarea n περιοχήdesignated adj χαρακτηρισμένος, προ-ορισμένοςfar afield adv μακριά από τον οικείο περί-γυρο ή το σπίτιunrivalled adj ασυναγώνιστος, απαράμιλ-λοςloop n βρόχοςdotted adj διάσπαρτος, διασκορπισμένοςroute n διαδρομήhiking trail n μονοπάτι για οδοιπορίαcater for phr.v. καλύπτω τις ανάγκες, ικα-νοποιώcasual adj ανέμελος, χαλαρός, πρόχειροςday-hiker n πεζοπόρος για ψυχαγωγίαbackcountry n αραιοκατοικημένη αγρο-τική περιοχήacre n μονάδα μέτρησης επιφάνειας(4.047μ2)pristine adj άθικτος, παρθένοςwilderness n ερημιάabundance n αφθονία, πλούτοςungulate n οπληφόρο θηλαστικό, όπως τοάλογο, το λάμα κλπ.moose n άλκη η αμερικανική, είδος ελα-φιούprofusion n αφθονίαthermophile n θερμόφιλοι οργανισμοί,όπως ορισμένα βακτήρια, που αναπτύσσον-ται σε υψηλές θερμοκρασίεςcaldera n κρατήρας από έκρηξη ηφαι-στείου, λεκάνη κατάρρευσης ηφαιστειακούκώνουgeyser n θερμοπίδακαςwaterfall n καταρράκτηςcampsite n χώρος κατασκήνωσηςat full capacity idm σε πλήρη λειτουργίαpeak period n περίοδος αιχμήςlitter n νεογνόgrizzly bear n αμερικανική γκρίζα αρ-κούδαslumber n ύπνος, υπνάκοςonset n εισβολή, έναρξη, ξεκίνημαnotoriously adv διαβοήτως, περιωνύμωςharsh adj δριμύςrush n ζωηρή δραστηριότητα, ‘φούρια’mature v ωριμάζωforaging adj που αναζητά τροφήflurry n ξέσπασμα (δραστηριότητας)fat reserves n αποθέματα λίπουςunforgiving adj αδυσώπητος, ανελέητος

Page 12backpacker n ταξιδιώτης με σακίδιο πλά-της, χωρίς ιδιαίτερη οργάνωση

on/upon (one’s) hands idm στη διάθεσήτουoutdoors n ύπαιθροtan n μαύρισμαarrange v κανονίζωpre-book v κάνω προ-κράτησηshelter n καταφύγιοwaste v σπαταλώ, ξοδεύω

Reading Text 3Page 13head v κατευθύνομαι, οδηγώstateside n (slang) οι ΗΠΑdiverse adj ποικίλος, πολυποίκιλοςcontemporary adj σύγχρονοςbustling adj που σφύζει από ζωήadvisable adj ενδεικνυόμενος, ‘φρόνι-μος’, συνετόςmind you phr έχε υπόψη σου...wander v περιφέρομαι, περιπλανώμαιquaint adj γραφικόςpebbled adj βοτσαλωτόςball game n κατάσταση, περίστασηdrop sb off phr.v. αφήνω (να κατέβειαπό όχημα)budget n προϋπολογισμός, κονδύλιbuzz v βουίζωstall n πάγκοςstorey n όροφος, ‘πάτωμα’townhouse n σπίτι σε σειρά ομοίων κτι-ρίων, μεσοτοιχίαamidst prep ανάμεσα, μεταξύscattered adj σκορπισμένος, διασκορπι-σμένοςfaculty n σχολή, πανεπιστημιακό τμήμαcomprise v αποτελούμαι, απαρτίζομαι,περιλαμβάνωfaçade n πρόσοψηfoliage n διακοσμητικό στοιχείο αρχιτε-κτονικής σε σχήμα φυλλώματοςwithin walking distance idm σε πολύμικρή απόστασηstreetcar n τράμnight owl n μτφ. κάποιος που μένει ξύ-πνιος αργά το βράδυ, ‘νυχτοπούλι’be spoilt for choice idm αναποφάσιστοςεξαιτίας πολλών και καλών επιλογώνset in phr.v. καθιερώνομαι, εδραιώνομαιconcession n μείωση στην τιμή εισιτη-ρίου για εξαιρετικές ομάδες καταναλωτώνrip-off n κοροϊδία, κλοπή, εξαπάτησηembrace v αποδέχομαι, ενστερνίζομαιquirky adj ιδιόρρυθμος, παράξενοςsophisticated adj εξεζητημένος, εκλεπτυ-σμένος, κομψός

Page 14occupied adj κατειλημμένος, ‘πιασμένος’sub-standard adj που δεν ικανοποιεί τιςπροδιαγραφέςretired adj συνταξιούχος

Reading Text 4Page 15stable adj σταθερόςenrolment n εγγραφήkeep up to date idm ενημερώνω, κρατώενήμεροconsulate n προξενείοavail v επωφελούμαιvalid adj έγκυροςcustoms’ authorities n τελωνειακές

αρχέςturn away phr.v. διώχνω, απομακρύνωcoastline n παραλία, ακτογραμμήvulnerable adj ευάλωτοςpenetration n διείσδυσηdomestic adj εγχώριος, ντόπιοςsect n αίρεση, φατρία, σέκταrifle fire n πυροβολισμοί από τουφέκιαimprovised adj αυτοσχέδιοςstrike n απεργίαdemonstration n διαδήλωσηpass off phr.v. εξελίσσομαι, συμβαίνω, γί-νομαιspark v μ . πυροδοτώausterity measures n περιοριστικάμέτρα, λιτότηταprompt v παροτρύνω, παρακινώ, προ-τρέπωlarge-scale adj μεγάλης κλίμακας, εκτε-ταμένοςunrest n (κοινωνική) ανησυχία, ανατα-ραχήcongregate v συγκεντρώνω(-ομαι), μα-ζεύομαιpetty crime n μικροέγκλημα, πταίσμαissue n ζήτημαpick-pocketing n κλοπή μικροαντικειμέ-νων από τσέπες κλπ, ‘ξάφρισμα’ πορτοφο-λιώνkeep track of idm παρακολουθώ, επο-πτεύω, ‘προσέχω’refrain v αποφεύγω, απέχω counterfeit adj πλαστός, κίβδηλος, παρα-χαραγμένοςconfiscate v κατάσχωmindful adj προσεκτικός, επιμελήςinadvertently adv ακούσια, αθέλητα,κατά λάθοςtremor n σεισμόςmedical facilities n υποδομές υγείαςlack v στερούμαι, έχω έλλειψηinadequate adj ακατάλληλος, ανεπαρκής

Page 16guideline n κατευθυντήρια γραμμήmonitor v παρακολουθώhome-grown adj σπιτικός, μ . ντόπιος,εγχώριοςaggressive adj επιθετικός, βίαιοςcontend with phr.v. παλεύω, αγωνίζομαιhealthcare center n κέντρο υγείας

TEST 8Writingpage 2argue v ισχυρίζομαι, διατείνομαι, υπο-στηρίζωclassmate n συμμαθητήςbully v καταπιέζω, τυραννώ, εκφοβίζωgang n συμμορία, σπείραhandle v (δια)χειρίζομαι, αντιμετωπίζω

Listening- part 1page 3ointment n αλοιφήdoubt v αμφιβάλλωmishap n αναποδιά, ατυχία, κακοτυχίαtake off phr.v. (για αεροπλάνο) απογει-ώνομαιparking lot n χώρος στάθμευσης, πάρ-

10

MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 10

Page 11: MSU-CELC Glossary-Tests-1-10 Layout 1 · 2019-05-17 · 2012 Edition Practice Tests 10 Glossary MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 1

κινγκlocated adj που βρίσκεται, που τοποθε-τείταιconference n σύσκεψη, συνεδρίασηperformance n παράστασηon time phr έγκαιραcope with phr.v. διαχειρίζομαι, ‘τα βγάζωπέρα’robbery n ληστεία

Listening- part 2page 4account n (τραπεζικός) λογαριασμόςbranch n υποκατάστημα, παράρτημαcompetitor n ανταγωνιστήςinterest n τόκος, επιτόκιοteam-building n ανάπτυξη ομαδικούπνεύματοςforum n συνάντηση, φόρουμinteractive adj διαδραστικόςsingle adj ανύπαντρος, εργένηςpier n προβλήτα, αποβάθρα

Listening- part 3page 5highway n λεωφόρος, οδική αρτηρίαcheckpoint n σημείο ελέγχου, ‘μπλόκο’mild adj ήπιος, ‘μαλακός’widespread adj εκτεταμένος, που καλύ-πτει μεγάλη περιοχήshower n ελαφριά βροχόπτωση, ψιχάλαwintry adj ψυχρός, παγερόςpick up (winds) phr.v. αυξάνω σημαντικά(για ένταση ανέμου)blizzard n χιονοθύελλαbuild up phr σταδιακή αύξηση, ενίσχυσηcaretaker n επιστάτης, θυρωρόςaccording to phr σύμφωνα με..., studious adj επιμελής, μελετηρός

Grammarpage 6candidate n υποψήφιοςall in all idm γενικά, συνολικά

page 7be in the wrong phr έχω κάνει λάθος,είμαι υπεύθυνος, φταίωeven so phr ακόμα και αν, ακόμα καιστην περίπτωση που...sooner or later phr αργά ή γρήγορα

page 8chapter n κεφάλαιο (βιβλίου κλπ)thoroughly adv ενδελεχώς, διεξοδικά,σχολαστικάwell up with phr.v. γεμίζω δάκρυα, βουρ-κώνωland (a job) v αποκτώ ή κερδίζω (μια δου-λειά)gifted adj προικισμένοςturn n σειράgenuinely adv ειλικρινά, αληθινά, ανυπό-κριτα

Reading Text 1Page 9swap v ανταλλάσσωsample v δοκιμάζω, δειγματίζωfudge n παραδοσιακό μαλακό και κρεμώ-δες γλύκισμα δυτικού τύπου, κέικ live up to phr.v. είμαι τόσο καλός όσο...,

ανταποκρίνομαι στα πρότυπα, φτάνω σεαξίαexceed v υπερβαίνω, ξεπερνάωmainland n ηπειρωτική χώρα, ενδοχώραnot the kind phr σε καμμία περίπτωση,απολύτως αντίθετα outnumbered adj που έχει αριθμητικήυπεροχή, που ξεπερνά σε πληθυσμόtrue to form idm όπως αναμενόταν, ωςσυνήθως...impression n εντύπωση, αίσθησηinvention n εφεύρεσηfocus on phr.v. επικεντρώνω, εστιάζωmixed bag n μ . ποικιλία, επιλογή από...,‘λίγο απ’ όλα’ briefly adv σύντομαunderwhelmed adj απογοητευμένος, δυ-σαρεστημένος, ‘πεσμένος’itinerary n δρομολόγιοsand dune n αμμόλοφος, θίνηhave a blast idm περνώ πολύ καλά, δια-σκεδάζωnestle v κουρνιάζω, φωλιάζω, προστα-τεύομαιshore n ακτή, όχθηwhizz v κινούμαι γρήγορα με βόμβοbuggy n ανοικτό όχημα ειδικά εξοπλι-σμένο για κίνηση σε άμμοace adj υπέροχος, θαυμάσιοςnature trails n ειδικά σχεδιασμένο καισημασμένο μονοπάτι για να αναδείξει φυσι-κές ομορφιές στην εξοχή

Page 10encounter n συνάντηση, συναπάντημαexpense n έξοδαmeasure up phr.v. είμαι ισάξιοςmemorable adj εντυπωσιακός, αξέχα-στος, αλησμόνητοςsight-seeing n περιήγηση σε αξιοθέαταoccasionally adv περιστασιακά, πότε-πότε

Reading Text 2Page 11senior n φοιτητής στο 4ο έτος σπουδώνundergraduate n τελειόφοιτος κολλεγίουή πανεπιστημίουthesis n διατριβή, πραγματείαlucrative adj επικερδής, προσοδοφόροςskeleton staff idm το απολύτως απαιτού-μενο προσωπικό, minimum προσωπικόrecruitment n προσλήψειςlike-minded adj παρόμοιων απόψεων ήστόχων, ομοιδεάτηςnetwork n δίκτυοexcellence n διάκριση, αριστείαirrespective of phr ανεξάρτητα από...,ασχέτως του...prospects n προοπτικέςpeer n συνομήλικος, ομότιμοςbarely adv μόλις και μετά βίαςvital adj ζωτικός, καίριος, κρίσιμοςvicious cycle idm φαύλος κύκλοςblight v μαστίζω, καταστρέφωgo above and beyond the call of dutyidm ξεπερνώ το καλώς εννοούμενο καθή-κονmaximize v μεγιστοποιώpotential n έμφυτη ικανότητα, δυναμικήπροόδου

Page 12cynical adj κυνικός, σαρκαστικός, ‘ωμός’fund v χρηματοδοτώinitially adv αρχικάbackground n υπόβαθρο, καταγωγή

Reading Text 3Page 13do’s and don’ts idm αυτά που μπορείς καιαυτά που δεν μπορείς να κάνεις...ranger n δασοφύλακας, δασάρχηςtrek v πραγματοποιώ οδοιπορικόdispose of phr.v. πετάω, ξεφορτώνομαιgarbage n σκουπίδια, άχρησταaddicted adj εθισμένοςrecklessly adv απερίσκεπτα, αψήφιστα,παρακινδυνευμέναterritorial adj που προστατεύει την πε-ριοχή του, εδαφικόςsow n ενήλικο θηλυκό ζώοcomfort zone n ζώνη ασφαλείας, περιοχήελέγχουchase v κυνηγώ, καταδιώκωbear spray n μη θανατηφόρο σπρέι πιπε-ριού, αποτρεπτικό επίθεσης αρκούδαςat the ready idm έτοιμο για άμεσηχρήσηbluff charge phr προσποιητή επίθεση,μπλόφα εντυπωσιασμού ή εκφοβισμούintimidating adj τρομακτικόςoutrun v ξεπερνώ στο τρέξιμοhold ground/ give ground phr (εδώ)αρνούμαι να οπισθοχωρήσω, ακόμη κι ανδέχομαι επίθεση / οπισθοχωρώ παραχω-ρώντας έδαφος ή τον έλεγχοencircle v περικυκλώνω, περιστοιχίζωraven n κοράκιscavenging bird n πτωματοφάγο πτηνόdownwind adv προσήνεμα, στην ίδια κα-τεύθυνση με τον αέραsteer clear of idm αποφεύγωalternative adj εναλλακτικόςeyesight n οπτική οξύτηταkeep a (close) eye on idm έχω το νούμου, δίνω ιδιαίτερη προσοχήterrain n έδαφος, πεδίοconfrontation n αντιπαράθεση, σύγ-κρουσηinevitable adj αναπόφευκτοςdefensive adj αμυντικός

Page 14pose (a threat) v αποτελώ (κίνδυνο), προ-βάλλω (ως κίνδυνος)intruder n εισβολέας

Reading Text 4Page 15dedicated adj αφιερωμένος, στη μνήμηemerge v αναδεικνύομαι, ξεπροβάλλωsurrender v παραδίδομαιtroops n στρατεύματαanger v θυμώνωswear v ορκίζομαιrevenge n εκδίκησηrally v συσπειρώνω, ανασυντάσσωconflict n σύγκρουσηreinforcement n ενισχύσειςscramble v κινούμαι ή σκαρφαλώνω βια-στικά ή άτακταassault n επίθεση, έφοδοςbombardment n βομβαρδισμός

11

MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 11

Page 12: MSU-CELC Glossary-Tests-1-10 Layout 1 · 2019-05-17 · 2012 Edition Practice Tests 10 Glossary MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 1

storm v κινούμαι ή εφορμώ βίαια, με ιδι-αίτερο μένοςbreach v δημιουργώ ρήγμα, γκρεμίζωfierce adj άγριος, λυσσαλέος, μανιασμέ-νοςexecute v εκτελώsacrifice n θυσίαin vain phr μάταια, χωρίς όφελοςcomrade n σύντροφος, συμπολεμιστήςrepel v απωθώ, αποκρούω

Page 16illustrate v απεικονίζω, ιστορώnegotiation n διαπραγμάτευσηcowardly adj δειλόςdesperate adj απελπισμένος, απεγνωσμέ-νοςinspire v εμπνέω

TEST 9Writingpage 2spoilt adj κακομαθημένος

Listening- part 1page 3debit v χρεώνωrefund n επιστροφή χρημάτωνcancellation fee n ακυρωτικά έξοδαcredit card n πιστωτική κάρταlift n μεταφορά με αυτοκίνητοexchange n ανταλλαγήpolicy n πολιτικήcheck in phr.v. εγγράφομαι, καταλύω (σεχώρο υποδοχής κλπ)luggage n αποσκευές, βαλίτσεςsession n συνεδρίαmake a point phr λέω κάτι επιδεικτικά,δίνω έμφαση

Listening- part 2page 4substitute adj αναπληρωματικός, εφεδρι-κόςenclosure n περίφραξη, περίβολοςgrassland n λιβάδι, βοσκοτόπι

Listening- part 3page 5tinned food n κονσερβοποιημένο φαγητόbrand n μάρκα, φίρμαdisinfectant n απολυμαντικόloyalty card n κάρτα συλλογής πόντωνσε σουπερμάρκετ για μεταγενέστερες αγο-ρέςredeem v εξαργυρώνωtruffle n τρούφα, γλυκό σοκολάταςglassware n επιτραπέζια σκεύη από γυαλίpint n μονάδα μέτρησης όγκου (για τηΜΒ αντιστοιχεί σε 0,568 λίτρα)carton n χαρτόκουτο, καρτέλαcod n (ψάρι) μπακαλιάρος, είδος γάδουhaddock n (ψάρι) είδος μπακαλιάρου, βα-καλάοςmince n κιμάςhen party idm πάρτι αποκλειστικά γιαγυναίκεςhoneymoon n μήνας του μέλιτος

Grammar

page 6stale adj μπαγιάτικος

page 7until further notice phr έως την επόμενηανακοίνωση, ‘μέχρι νεωτέρας’go down phr.v. αποδέχομαι, ανέχομαιbeforehand adv προκαταβολικά, από πρινadopt v υιοθετώcalculator n υπολογιστήςregister v εγγράφομαι, κάνω εγγραφή

page 8generosity n γενναιοδωρία, απλοχεριάproject n πρόγραμμα, πλάνο

Reading Text 1Page 9liveable adj κατοικήσιμοςin a row idm στη σειρά, συνεχόμεναhumble adj ταπεινός, σεμνόςmidway adv στη μέση της διαδρομής, με-σοστρατίςcome across phr.v. ανταμώνω, συντυ-χαίνω, ‘πετυχαίνω’population density n πυκνότητα πληθυ-σμούpros n τα υπέρ, πλεονεκτήματαlike clockwork idm ομαλά, κανονικά,‘δουλεύει ρολόι’crime rate n δείκτης εγκληματικότηταςfactor n παράγοντας, συντελεστήςedge n πλεονέκτημαtake aback phr.v. ξαφνιάζω, εκπλήσσωon account of phr εξαιτίας, για τολόγο...rampant adj αχαλίνωτος, ανεξέλεγκτοςcongestion n (κυκλοφοριακή) συμφόρησηsteep in phr.v. εμποτίζω, εμβαπτίζω, μ .επηρεάζω, εμπνέω infrastructure n υποδομή, εγκαταστάσειςwho cares? idm ποιός νοιάζεται για κάτιασήμαντο; ‘δεν μου καίγεται καρφί’

Page 10rank v κατατάσσω, βαθμολογώwealth wise phr όσον αφορά στονπλούτοreassure v καθησυχάζω

Reading Text 2Page 11follow in sb’s footsteps idm συνεχίζωτην παράδοση, ‘βαδίζω στα χνάρια’zeal n ενθουσιασμός, ζήλοςinnovative adj πρωτότυπος, καινοτόμοςgradually adv βαθμιαία, σταδιακάonboard adv μ . στην ομάδα, στον κοινόσκοπόemphasize v δίνω έμφαση, τονίζω, υπο-γραμμίζωintegrated adj ενοποιημένος, ολοκληρω-μένοςendorse v υποστηρίζω, υπερθεματίζωconcept n ιδέα, αντίληψη, άποψηpractitioner n επαγγελματίαςboast v περηφανεύομαι, καυχιέμαι, ‘κα-μαρώνω’cutting edge idm προχωρημένος, εξελιγ-μένος, ‘η τελευταία λέξη’non-profit adj μη κερδοσκοπικόςsector n τομέας

stand out phr.v. ξεχωρίζω, διακρίνομαιcore n πυρήνας, ουσίαprinciple n αρχή, ηθικός κανόναςreverence n σεβασμόςaltruistic adj ανιδιοτελής, ανθρωπιστι-κός, αλτρουιστικόςinstitution n ίδρυμα, θεσμόςwill n διαθήκηpreserve v διατηρώ, συντηρώlegacy n κληρονομιάpromote v προάγω, προωθώvision n όραμα

Page 12evolve v εξελίσσομαι, αναπτύσσομαιaccomplish v επιτυγχάνω, πραγματοποιώ,‘φέρω εις πέρας’advance v προοδεύω, προωθώshareholder n μέτοχος

Reading Text 3Page 13guesthouse n ξενώναςestate n κτήμα, ιδιοκτησίαnonvenomous adj μη δηλητηριώδηςharmless adj αβλαβής, άκακοςrodent n τρωκτικόpest n ζιζάνιο (έντομο) , παράσιτοrattlesnake n δηλητηριώδες φίδι, κροτα-λίαςmassasauga n είδος κροταλία της Β.Αμερικής με χαρακτηριστικό κέρατο στηνουράpoisonous adj δηλητηριώδηςhabitat n φυσικό περιβάλλον (ζώου)dependable adj αξιόπιστος, έγκυροςtriangular adj τριγωνικόςtrait n χαρακτηριστικό γνώρισμαfang n κυνόδονταςvertical adj κάθετος, κατακόρυφοςelliptical adj ελλειπτικόςpupil n κόρη ματιούpit n κοίλωμα, βαθούλωμαnostril n ρουθούνιclue n στοιχείο, ένδειξη, ίχνοςbrush n πυκνοί θάμνοιshrubbery adj θαμνώδηςfoundations n θεμέλιαbasement n υπόγειοcrawl space n φρεάτιο επίσκεψης(υδραυλικών κλπ)seal v κλείνω ερμητικά, σφραγίζωprecaution n προφύλαξηimprint n σημάδιswell v διογκώνομαι, φουσκώνω, πρήζο-μαιdiscoloration n αλλαγή χρώματος π.χ.από μελανιά στο δέρμαtissue n ιστόςnausea n ναυτία, ‘αναγούλα’lymph node n λεμφαδέναςgroin n βουβωνική χώρα, ‘αχαμνά’armpit n μασχάληfirst aid kit n κουτί πρώτων βοηθειώνadminister v χορηγώ, παρέχω (φαρμα-κευτική αγωγή)in the meantime phr στο μεταξύ, εν τωμεταξύaggravate v επιδεινώνω, επιβαρύνω, χει-ροτερεύω

Page 14

12

MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 12

Page 13: MSU-CELC Glossary-Tests-1-10 Layout 1 · 2019-05-17 · 2012 Edition Practice Tests 10 Glossary MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 1

rectangular adj τετραγωνικόςleaky adj που εμφανίζει διαρροή, πουστάζειplant pot n γλάστραsqueeze in(to) phr.v. στριμώχνω, - ομαιlump n οίδημα, πρήξιμο, καρούμπαλοbruised adj μωλωπισμένος, μελανιασμέ-νος

Reading Text 4Page 15property market n αγορά ακινήτων,κτηματαγοράrecovery n ανάκαμψηalas interj (επιφώνημα) αλοίμονο!witness v παρατηρώ, παρίσταμαι μάρτυ-ραςnonetheless adv μολαταύτα, εντούτοις,ωστόσοsingle-family adj που προορίζεται γιαμία οικογένειαpremature adj πρώιμος, πρόωρος, βιαστι-κόςdelinquency n εκκρεμούσα οφειλή, υπε-ρημερίαultimately adv στην ουσία, στην τελικήrecession n οικονομική ύφεση, κάμψηback on sb’s feet idm ανακάμπτω μετάαπό (οικονομική) κρίση, ξαναστέκομαι σταπόδια μουcapital n οικονομικό κεφάλαιοbargain n ευκαιρία, ‘κοψοχρονιά’survey n έρευνα απόψεων

Page 16pessimistic adj απαισιόδοξος, πεσσιμι-στικός

TEST 10Writingpage 2outweigh v ξεπερνώ σε βάρος ή σπουδαι-ότηταpay off phr.v. αποπληρώνω, ξεχρεώνω

Listening- part 1page 3prescription n συνταγήset lunch n πλήρες (προκαθορισμένουμενού) γεύμα, ταμπλ-ντ-οτlab tutorial n παράδοση εργαστηριακούμαθήματοςpenalize v τιμωρώtake matters into own hands idm ανα-λαμβάνω τον έλεγχο, παίρνω την κατά-σταση στα χέρια μου

Listening- part 2page 4deadline n καταληκτική ημερομηνίαwax museum n μουσείο κέρινων ομοι-ωμάτωνenquire about phr.v. ζητώ πληροφορίες,ρωτώon the hour phr ακριβώς στην ακέραιαώρα

Listening- part 3page 5

briefing n σύντομη ενημέρωση, κατατό-πισηvolcanic eruption n ηφαιστειακή έκρηξηsulfur n (χημικό στοιχείο) θείοvent n αέριοcollapse v καταρρέωacidic adj όξινοςbattery acid n υγρά μπαταρίας (αυτοκι-νήτου)refreshment n αναψυκτικόupcoming adj επερχόμενοςengagement n αρραβώνας, μνηστείαapproximately adv κατά προσέγγιση, πε-ρίπουmotor home n αυτοκινούμενο τροχό-σπιτο

Grammarpage 6hail (a taxi) v καλώ (ταξί)down to idm με την ευθύνη..., μπορεί νααποδοθεί... equation n (μαθηματική) εξίσωση

page 7from scratch idm από την αρχή, από τομηδένtask n έργο, ανατεθείσα εργασίαfond of adj που αρέσκεται σε..., ‘φίλος’προς...flashy adj φανταχτερός, κραυγαλέος, χτυ-πητόςin good time idm μέσα σε μια λογικήπροθεσμία, ‘στην ώρα του’

page 8nap n υπνάκος, σύντομος ύπνοςvenue n χώρος, τόπος (εκδηλώσεων)redundant adj σε εργασιακή διαθεσιμό-τητα, απολυμένοςfire v απολύωsought-after adj επιθυμητόςcrack a joke idm λέω ένα ανέκδοτο

Reading Text 1Page 9maritime adj ναυτικός, θαλασσινόςshipwreck n ναυάγιοsinking n βύθισηset sail idm αποπλέω, σαλπάρωat the helm idm υπό τον έλεγχο, ‘στο τι-μόνι’iron ore n σιδηρομετάλλευμαhold n αμπάρι, αποθηκευτικός χώροςhighlands n ορεινή περιοχήdeteriorate v επιδεινώνομαι, χειροτε-ρεύωgale warning n δελτίο θυέλληςgust v φυσάω κατά ριπέςstretch n συνεχής αδιάλειπτη επιφάνειαγής, ‘απλωσιά’shallow water n ρηχά νερά, αβαθή νεράvessel n πλοίο, σκάφοςdizzying adj που προκαλεί ζαλάδαengulf v καλύπτω, καταποντίζω, ‘κατα-πίνω’monstrous adj τεράστιοςcoast guard n ακτοφυλακήdispatch v αποστέλλω, στέλνω, πέμπωlifeboat n σωστική λέμβος

Page 10

plot v αναπαριστώ γραφικά, χαράζω σεχάρτηsplash v πιτσιλίζω, καταβρέχωhigh seas n ανοικτή θάλασσα, διεθνήύδατα

Reading Text 2Page 11flick through phr.v. χαζεύω, ξεφυλλίζωornado lley n περιοχή ανάμεσα στα

Βραχώδη και τα Απαλλάχια όρη των ΗΠΑ,όπου γεννιούνται πολλοί ανεμοστρόβιλοικαι θύελλεςaptly adv ευφυώς, εύστοχαoriginate v προέρχομαι, πηγάζω, προκύ-πτωclash n σύγκρουσηtwister n (ανεμο)στρόβιλοςdocumentary adj τεκμηριωμένος, έγγρα-φοςrenowned adj φημισμένος, ξακουστός,πασίγνωστοςdice with death idm ζω επικινδύνως,‘παίζω με τη ζωή μου’time and again idm πολύ συχνά, ξανάκαι ξανάquest n έρευνα, αναζήτησηeasterly waves n χαμηλά βαρομετρικάσε εκτεταμένη περιοχή του Ατλαντικού,υπεύθυνα για τη δημιουργία καταιγίδωνστους τροπικούςtropical disturbance n τροπική (και-ρική) διαταραχή, τροπική καταιγίδαembed in phr.v. ενσωματώνω, σφηνώνω,‘χώνω’trade wind circulation n κυκλοφορίατων επικρατούντων ανέμων στους τροπι-κούς, που ευθύνεται για το κλίμα τόσο στοΝότιο όσο και στο Βόρειο ημισφαίριο hurricane n τυφώναςtrough n ζώνη χαμηλού βαρομετρικούcluster n σύμπλεγμα, συγκέντρωσηthunderstorm n καταιγίδα, θύελλαlandfall n προσέγγιση της ξηράς από τηθάλασσαdistorted adj παραμορφωμένος,(δια)στρεβλωμένοςrandom adj απρόοπτος, τυχαίοςvigorous adj ισχυρόςfuelled by adj τροφοδοτούμενος, πουαποκτά ενέργειαmoist air n υψηλής υγρασίας αέριεςμάζεςlatent heat n λανθάνουσα θερμότητα,ενέργεια που απορροφάται ή εκλύεται κατάτη μεταβολή της κατάστασης των σωμάτων(π.χ. από υγρό σε αέριο)infamous adj περιβόητοςfixed-wing jet n αεροπλάνο σταθερώνπτερυγίων

Reading Text 3Page 13thanksgiving (day) n Ημέρα των Ευχαρι-στιών, επίσημη γιορτή των ΗΠΑ, 4η Πέμ-πτη του Νοεμβρίουharvest festival n εορτασμός του τέλουςτης σοδειάςreligious adj θρησκευτικόςsecular adj κοσμικός, λαϊκόςfeast n φαγοπότι, τσιμπούσιshellfish n οστρακόδερμα

13

MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 13

Page 14: MSU-CELC Glossary-Tests-1-10 Layout 1 · 2019-05-17 · 2012 Edition Practice Tests 10 Glossary MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 1

wild fowl n άγρια πτηνά, συνήθως απόκυνήγιvenison n κρέας ελαφιούgrain n δημητριακάstuffing n γέμιση (φαγητού)mashed potato n πουρές πατάταςgravy n σάλτσα από το ψήσιμο κρέατοςpumpkin pie n κολοκυθόπιταfloat n έλκηθρο, στολισμένο άρμα παρέ-λασηςcopycat n απομίμησηspring up phr.v. ξεπετάγομαι, ξεφυτρώνωdefeat n ήτταancestor n πρόγονοςsettler n άποικοςliken v παρομοιάζω, συγκρίνω με...give-away phr όπου γίνονται δώρα

Page 14crop n σοδειά, συγκομιδήdrawback n μειονέκτημα, ελάττωμα

Reading Text 4Page 15portray v απεικονίζω, περιγράφωtreacherous adj επικίνδυνος, ύπουλος,‘μπαμπέσικος’inherent adj έμφυτος, εγγενήςwild card phr έκτακτη πρόσκληση, μημόνιμη συμμετοχήfuss n φασαρία, σαματάς, ντόροςtune in phr.v. συντονίζομαιcatapult v εκτοξεύω, εκσφενδονίζωgreenhorn idm νεοφερμένος, πρωτάρηςat a time phr ταυτόχροναsuffocating adj ασφυκτικός, αποπνικτι-κόςspat n μικροκαυγάς, σύντομη λογομαχίαoutright adj καθολικός, συνολικός, ‘ανοι-κτός’dispute n αντιπαράθεση, αντιδικία, έριδαlook out for sb phr.v. επαγρυπνώ, είμαισε εγρήγορση, έχω το νού μουcamaraderie n συντροφικότηταto the limit idm στο μέγιστο βαθμό, σταόριαold hand idm πεπειραμένος, βετεράνοςshift n βάρδιαsub-freezing temperature n θερμοκρα-σία κάτω από το μηδέν, συνθήκες παγοποί-ησης

Page 16reviewer n κριτικόςget along with phr.v. έχω καλές σχέσεις,‘τα πηγαίνω καλά’have a (good) heart idm συμπονώ, είμαισυγκαταβατικός, ‘έχω μεγάλη ψυχή’team spirit n πνεύμα ομάδας, ομαδικό-τητα

AUDIOSCRIPTS

TEST 1shiver v τρέμω, τουρτουρίζωchilled to the bone exp ‘παγωμένος’ / ξυ-λιασμένος (από το κρύο)promising adj ευοίωνοςNative Americans n Ερυθρόδερμοιsettler n άποικοςargue v υποστηρίζω, διατείνομαιshape v διαμορφώνωdissect v κάνω ανατομήearthworm n γαιοσκώληκαςplumbing n υδραυλικά, υδραυλικές εργασίεςfaucet n βρύσηbathtub n μανιέραcareer counseling office n γραφείοεπαγγελματικού προσανατολισμούrecord n επίδοσηgrade point average n βαθμολογίασυμψηφισμούgraduate v αποφοιτώ

living expenses n έξοδα διαβίωσηςextravagant adj παράλογος, εξωφρενικόςexplosion n έκρηξηtake in v αντιλαμβάνομαιroar n βοήceiling n ταβάνιhalfway adv στη μέση της διαδρομής

weep v κλαίωaftershock n μετατραυματικό σοκreckon v υποθέτω, φαντάζομαιexpedition n εξερευνητική αποστολήpart and parcel exp ενιαίο και αναπόσπα-στο μέροςdistressing adj βασανιστικόςshelter n καταφύγιοthaw n λιώσιμο πάγωνpeak n κορυφή

TEST 2deadline n διορία, προθεσμίαrun out of v ξεμένω απόlatter adj ο δεύτερος ή τελευταίος (τωνπροαναφερθέντων)brag about v καυχιέμαι γιαidentification n προσδιορισμός ταυτότηταςtardy adj καθυστερημένος, αργοπορημένοςturn off v ‘κλείνω’, διακόπτω λειτουργίαalarm n ξυπνητήριdisruptive adj διασπαστικόςcome in v εισέρχομαιlitter n σκουπίδια, απορρίμματα staff n προσωπικό

priority n προτεραιότηταrecall v θυμάμαιrush though something v ασχολούμαιβιαστικά με κάτιby all means exp φυσικά, βεβαίωςinteract v αλληλεπιδρώcontrast n αντίθεσηturn down v χαμηλώνω έντασηnews bulletin n δελτίο ειδήσεωνkeep up with v παρακολουθώ, ενημερώ-νομαι

quadraphonic adj τετρακαναλικόςplain adj σαφής, ξεκάθαροςsubscriber n συνδρομητήςtrace v εντοπίζωmileage n σύνολο διανυθέντων μιλίωνunmistakable adj χαρακτηριστικόςsign off v τερματίζω δραστηριότηταback off v υποχωρώChief of Security n υπεύθυνος ασφαλείαςchop v τεμαχίζω, κόβωsheer adj καθαρός, αμιγής

TEST 3in private exp κατ’ ιδίαν, ιδιαιτέρωςnote down v καταγράφωsign up v εγγράφομαιoversleep v παρακοιμάμαιtidy up v συγυρίζωan awful lot exp πάρα πολύcompact adj ανθεκτικόςstainless adj ανοξείδωτοςshell n περίβλημαresilient adj ανθεκτικόςwarranty n έγγραφη εγγύησηcalculus n λογισμός (στα μαθηματικά)apt adj που έχει την τάση να

elective n προαιρετικό μάθημαmajor n ειδικευόμενος σπουδαστήςrounded adj ολοκληρωμένοςpump v διακινούμαιmorbid adj ‘αρρωστημένος’thread n κλωστή, νήμαoperating theater n χειρουργείο νοσοκο-μείουheap n σωρός, μάζαpointless adj άσκοποςsurge n ορμητική κίνησηcash in on v επωφελούμαι τουhave a whale of time exp ξεφαντώνωvulture n όρνεοrating n δείκτης τηλεθέασηςtripe n σάχλεςflash v λάμπω, αστράφτωpain-in-the-neck n μπελάς censorship n λογοκρισίαcontroversial adj αμφιλεγόμενοςat stake exp σε κίνδυνοsustain v αποδέχομαιghastly adj φρικτός, απαίσιοςfoul adj αισχρός, αχρείοςgrunt v ‘γρυλλίζω’

TEST 4beat adj ξεθεωμένοςsame old exp το ίδιο βιολί, η ίδια ιστορίαassign v μεταθέτωtake a toll on someone exp ξεθεώνω,κουράζω κάποιονget along v τα πάω καλά (με κάποιον)orientation n προσανατολισμόςwhy on earth exp γιατί στην ευχήdawn on v αντιλαμβάνομαιextinction n αφανισμός

14

MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 14

Page 15: MSU-CELC Glossary-Tests-1-10 Layout 1 · 2019-05-17 · 2012 Edition Practice Tests 10 Glossary MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 1

interfere with v ‘ανακατεύομαι’species n είδοςcode of practice n κώδικας δεοντολογίαςshop around exp βγαίνω στην αγοράgo about v καταγίνομαιblow things all out of proportion expπροσδίδω υπερβολικές διαστάσειςzest n κέφι, όρεξηthe apple of somebody’s eye exp τοκαμάρι κάποιουinevitable adj αναπόφευκτοςdrain v αδειάζω, στραγγίζωnag v γκρινιάζωby mistake exp κατά λάθοςshrink v συρρικνώνομαι, ‘μαζεύω’be at a loss exp σαστίζωdrip n σύστημα ενδοφλέβιας μετάγγισης,ορόςvulnerable adj ευαίσθητος, ευάλωτοςget over v ξεπερνώ (κατάσταση)

TEST 5

curve n καμπύλη

take effect v έχω ως αποτέλεσμα

gargle v κάνω γαργάρα

wisdom tooth n φρονιμίτης

patch v μπαλώνω, μπάλωμα

distressed adj λυπημένος, αγχωμένος

slacks n παντελόνι

sloppy adj ατημέλητος

artsy adj που ενδιαφέρεται για τα καλλιτε-

χνικά, μτφ: αυτός που υποκρίνεται

envision v προβλέπω

projection n προβολή

TEST 6

pricey adj πολύτιμης αξίας

reimburse αποζημιώνω

bump into v συναντώ τυχαία, ‘σκοντάφτω’

upfront εκ των προτέρων

module n ενότητα

trainee n εκπαιδευόμενος

molecular adj μοριακός

solicitor n δικηγόρος

misbehave v ατακτώ, παρεκτρέπομαι

assess v εκτιμώ, προσδιορίζω

exemplify v παραθέτω παράδειγμα

smash v θρυμματίζω

salvage n διάσωση

equivalent adj ισότιμος, ισάξιος

TEST 7

settle up v τακτοποιώ λογαριασμούς

foreclose v κατάσχω

steep adj υπερβολικός, παράλογος

impact n πρόσκρουση

disgrace n αίσχος, ντροπή, εξευτελισμός

grievance n παράπονο

alloy n κράμα

mat n συμπίλημα

attire n ενδυμασία

funeral n κηδεία

TEST 8

maid of honor n παράνυφη

ointment n αλοιφή

creep up v σέρνομαι

tumble v κατρακυλώ, πέφτω

graze n γρατσουνιά

mishap n αναποδιά

clash n μεταλλικός ήχος

standstill n ακινησία, σταμάτημα

relocate v επανεντοπίζω

withdraw αποσύρω

skid v γλιστρώ, ντελαπάρω

pique n κάκιωμα, πικάρισμα

illustrious επιφανής, διαπρεπής

ample adj άφθονος

scatter v (δια)σκορπίζω-ομαι

blizzard n χιονοθύελλα

fortnight n δεκαπενθήμερο

TEST 9

suffice v επαρκώ, φτάνω

expense n δαπάνη

refund n απόδοση ή επιστροφή χρημάτων

stained λεκιασμένος

conscientious adj ευσυνείδητος, φιλότιμος

enclosure n εσώκλειστο

badge n διακριτικό σήμα, κονκάρδα

allot v καταμερίζω

disinfectant απολυμαντικός

redeem v εξοφλώ, εκπληρώνω οικονομική

υποχρέωση

slash n σχισμή, χαρακιά

premises n (στεγασμένος) λειτουργικός

χώρος ή όρια κτίσματος

cod n μπακαλιάρος

haddock n γάδος, μπακαλιάρος

hideous adj ειδεχθής, φρικιαστικός

gown n (μακρύ) βραδινό φόρεμα

TEST 10

slot n σχισμή, διαθέσιμος χώρος ή χρόνος

intimate adj οικείος

sneak around κινούμαι κρυφά κι αθόρυβα

negotiation n διαπραγμάτευση

reckless adj απερίσκεπτος, αστόχαστος

enroll in v εγγράφω-ομαι

enquire v ρωτώ, ζητώ να μάθω

entail v συνεπάγομαι

precaution n προληπτικό μέτρο

sulfur n θειικόν άλας

emit v εκπέμπω, αναδίδω

discoloration n αποχρωματισμός

15

MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 15

Page 16: MSU-CELC Glossary-Tests-1-10 Layout 1 · 2019-05-17 · 2012 Edition Practice Tests 10 Glossary MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 1

16

ANDREW BETSIS ELT tel: 210-4920871, 210-4900735, 210-4923475, 210-4118894 fax: 2104933661, email: [email protected], www.andrewbetsiselt.gr

10 Tests for CELC (Level B2)

8 Tests for CELP (Level C2)l ‘Grammar You Need’ section with relevantGrammar points for the exam

l ‘Vocabulary in Action’ section with usefulwords that occur frequently at the ReadingModality

MSU Michigan State UniversityCELC & CELP

New Edition

New Edition

New 2012 Edition

MSU-CELC Glossary-Tests-1-10_Layout 1 9/19/2011 11:28 AM Page 16